Wednesday, December 2, 2015

Μετρώντας το τελευταίο τέταρτο του αιώνα (ένας απολογισμός)




Μετρώντας το τελευταίο τέταρτο του αιώνα,
συνειδητοποιείς ότι έχουν αλλάξει τα πάντα, μα και τίποτα.

Θυμάσαι την κατάρρευση του τείχους, του τείχους των ελπίδων και των αυταπατών πολλών,
τη διάψευση προσδοκιών και ονείρων.

Θυμάσαι εκείνους που πίστεψαν σε μια άλλη κοινωνία να σκύβουν το κεφάλι,
και κείνους που λανθασμένα πίστεψαν ότι "έτσι θα 'ναι καλύτερα", να μένουν με το στόμα ανοιχτό.

Θυμάσαι τις ιδιωτοκοποιήσεις, τα ακίνητα να πωλούνται για ένα κομμάτι ψωμί, τα πραξικοπήματα, τα τανκς μπροστά στο ρώσικο κοινοβούλιο, θυμάσαι μια κοινωνία ολόκληρη να βυθίζεται στο βούρκο στη προσπάθειά της να αναπνεύσει.

Θυμάσαι τα νέα, φρέσκα, ιδιωτικά κανάλια, εκείνα που σε λίγα χρόνια θα έλεγχαν τα μυαλά των ανθρώπων, και θα χρέωναν για δεκαετίες το δημόσιο.

Θυμάσαι τις βάτες, τις λακ, τις γούνες, το έντονο μέηκ - απ,
το στυλιζάρισμα που κάλυπτε το άδειο περιεχόμενο, σάρξ εκ σαρκός της πατρίδος μας.

Θυμάσαι τα τηλεπαιχνίδια, τα εύκολα κέρδη, την ανάπτυξη που έρχεται - και ακόμα την περιμένουμε-, θυμάσαι τους μετανάστες που τότε ήταν κλέφτες και βρωμιάρηδες αλλά πιο μετά θα ήταν αδέρφια μας και θα πότιζαν με το αίμα τους την οικονομική άνθιση της Ελλάδος.

Θυμάσαι τις κυβερνήσεις να πέφτουν η μία μετά την άλλη, θυμάσαι τη συγκυβέρνηση, τον Μητσοτάκη, θυμάσαι  τους Κενταύρους, τον Τεμπονέρα να πέφτει νεκρός, θυμάσαι μια  χώρα  ολόκληρη να παγώνει, θυμάσαι τις μηχανές των εργοστασίων να σταματούν, θυμάσαι μαθητές, φοιτητές, εργάτες στους δρόμους.

Και θυμάσαι.

Θυμάσαι την αφήγησή τους για ανάπτυξη, θυμάσαι τον μεγαλοϊδεατισμό, θυμάσαι το Μάαστριχτ, την αρχή του κακού, θυμάσαι τον Συνασπισμό να ψηφίζει "ΝΑΙ", θυμάσαι μια χώρα κάποιοι να επιμένουν να τη φωνάζουν με το όνομα μιας πόλης και όποιος τολμά να κάνει διαφορετικά να χαρακτηριζεται "εθνικός προδότης".


Θυμάσαι την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, την επικράτηση του ατομισμού, την επίρριψη ευθυνών στην αριστερά. το "έλα μωρέ αφού όλοι ίδιοι είναι", ναι και η αριστερά έβαλε το χεράκι της -να τα λέμε κι αυτά-, θυμάσαι εργοδότες να ψάχνουν για εργαζόμενους, θυμάσαι εργαζόμενους να βγάζουν λεφτά, να έχουν ασφάλιση, σπίτι δικό τους, οικογένεια.

Θυμασαι τα λεφτά να φαίνονται περισσότερα στο χρηματιστήριο, θυμάσαι τις τράπεζες να γεμίζουν τον κόσμο με το ζόρι δάνεια και πιστωτικές, θυμάσαι σκάνδαλα, σκάνδαλα, σκάνδαλα.

Θυμάσαι το ευρώ, το 2004, θυμάσαι τις ένδοξες επιτυχίες της πατρίδος σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, θυμάσαι τα φώτα να κάνουν την Αθήνα να λάμπει, και να την γεμίζουν σκιές κατάμαυρες, και θυμάσαι κάποιους να φωνάζουν για αυτό που κρύβεται πίσω από αυτές τις σκιές, και να κατηγορούνται από τη δεξιά και από τη μεθυσμένη από μεγαλοϊδεατισμό και φιλοδοξίες για "εθνική συναίνεση" αριστερά, να τους κατηγορεί και πάλι ως "εθνικούς προδότες".

Και θυμάσαι, και θυμάσαι, και θυμάσαι...

Αντιπολεμικό κίνημα, γέννηση του ΣΥΡΙΖΑ, απεργίες καθηγητών, "Κάτσε καλά Γεράσιμε!", φοιτητές να συγκρούονται με ΜΑΤ, 2008, 15χρονος νεκρός από χέρι μπάτσου, μαθητές συγκρούονται με ΜΑΤ,2010, κάποιος που κανείς -ούτε ο ίδιος- δεν ξέρει γιατί να ανακοινώνει κάτι στην κάμερα σε ένα λιμάνι γραφικού ελληνικού νησιού, η χώρα να ξαναπαγώνει, ο κόσμος τους δρόμους, η μεγαλύτερη γενική απεργία που έχει ζήσει η χώρα, Marfin, "μα και 'σεις για την Marfin δε λέτε κουβέντα", 2011,2012,2013.


Και θυμάσαι, και θυμάσαι, και θυμάσαι...

Μνημόνια, καταστολή, η μία κυβέρνηση πέφτει μετά την άλλη, άστεγοι, η ανεργία στο θεό, η νεολαία χωρίς μέλλον, θυμάσαι μια χώρα ολόκληρη να αντηχεί: "Πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από δω!" και οι κυβερνώντες σαν υπνωτισμένοι να υπακούν τη λαϊκή εντολή, και θυμάσαι την ελπίδα να αχνοφαίνεται, και το τέρας να φουντώνει, και το θυμάσαι να δαγκώνει το χέρι αυτού που το τάισε, και ξαφνικά 35χρονος νεκρός από χέρι φασίστα και κόσμος ξανά στους δρόμους να συγκρούεται με τα ΜΑΤ, ενώ κάποιοι προσπαθούν να μαζέψουν τα ασυμάζευτα. 

Και θυμάσαι το χαμόγελο να επιστρέφει, θυμάσαι εκείνους που έσκυψαν το κεφάλι  στην αρχή του τελευταίου τέταρτου του αιώνα τώρα να το ξανασηκώνουν, θυμάσαι τον ενθουσιασμό, θυμάσαι την απορία, "Βρε λες;", θυμάσαι την δυσπιστία πολλών από έξω μα την φοβερή επιθυμία από μέσα, θυμάσαι εκείνο που έλεγε "τότε ψηφίζουμε και τότε φεύγουν", θυμάσαι την ελπίδα να έρχεται, να φτάνει, να είναι εδώ, να μας χτυπάει την πόρτα και εμείς να της ανοίγουμε.

Και θυμάσαι.

Kατάθεση στεφανιού στην Καισαριανή, τα κάγκελα φεύγουν μπροστά από τη Βουλή, άρνηση διαπραγμάτευσης, αποδοχή διαπραγμάτευσης, συμφωνία για παράταση του προηγούμενου προγράμματος, Παυλόπουλος πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κόσμος μένει "Παυλόπουλος", θυμάσαι τα ατέλειωτα Eurogroups, θυμάσαι το δημοψήφισμα, θυμάσαι τα χαμόγελα να επιστρέφουν, να γίνονται ενθουσιασμός, τρανταχτή φωνή που κοντεύει να γκρεμίσει το Σύνταγμα,

"ΟΧΙ!".

 Θυμάσαι το "μα 17 ώρες διαπραγματεύτηκε το παιδί, μέχρι και έρπη έβγαλε", "για το αν θα καταδικάσει έναν ολόκληρο λαό στη φτώχεια για τουλάχιστον άλλα τριάντα χρόνια" συμπληρώνεις, θυμάσαι τις 14 Αυγούστου, τα κατουρημένα "ΝΑΙ" και τα περήφανα "ΟΧΙ", θυμάσαι  τις εκλογές, "τα βαρίδια", θυμάσαι τη σιωπή για το μνημόνιο, τις ψεύτικες υποσχέσεις για ισοδύναμα.

Θυμάσαι τον εκκωφαντικό ήχο που κάνει η ελπίδα όταν καταρρέει, σαν εκείνον που έκανε το τείχος στην αρχή τούτου του κειμένου, θυμάσαι τη διάψευση εκείνων που δήθεν "το ήξεραν από την αρχή" και περίμεναν "μετά να είναι καλύτερα, ο κόσμος να καταλάβει και να καταδικάσει τον καπιταλισμό", βλέπεις την ιστορία, την ιστορία να επαναλαμβάνεται, θυμάσαι μια ολόκληρη χώρα να παγώνει, ξανά και ξανά και ξανά, θυμάσαι τα μνημόνια, τις απειλές για διαγραφές βουλευτών αν δεν συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις, "ο φράχτης πρέπει να μείνει γιατί έχει νάρκες, το Ισραήλ είναι φίλος μας, ο Ομπάμα το ίδιο, είναι απαραίτητες στρατηγικές κινήσεις, άμα ο κόσμος δεν έχει φαί ας φάει γεμιστά, οι πλειστηριασμοί θα απελευθερωθούν γιατί ιδιοκτησία δε νοείται με αριστερή κυβέρνηση, οι συντάξεις θα κοπούνε, εμείς δεν το θέλουμε αλλά μα το επιβάλλουν, ο Σαμαράς φταίει που δεν εφάρμοσε σωστά το μνημόνιο".

Και θυμάσαι, και θυμάσαι, και θυμάσαι...

Θυμάσαι τη ρήση του γερο -  Μαρξ:

"Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Την πρώτη φορά συμβαίνει σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα".

Και προσπαθείς να ελπίσεις.

Να ελπίσεις γιατί αν και το τέταρτο του αιώνα τελείωσε έτσι, τουλάχιστον αρχίζει το επόμενο.

Να ελπίσεις καταρχήν να το ζήσεις ολόκληρο.
Και να ελπίσεις ότι αν η ιστορία κάνει κύκλους, τουλάχιστον αυτοί οι κύκλοι να είναι ομόκεντροι με μεγαλύτερη ακτίνα κάθε φορά, ώστε κοιτώντας το χαρτί της ιστορίας, να μπορείς να καταλάβεις μια κάποια πρόοδο.


Στο επόμενο τέταρτο του αιώνα, λοιπόν.



*Αφιερωμένο σε όσους και όσες όλα αυτά τα χρόνια σκύβουν το κεφάλι από απογοήτευση, μα πάντα βρίσκουν τη δύναμη να το ξανασηκώσουν.



Saturday, October 24, 2015

Which side are you on?


Με τους από πάνω ή με τους από κάτω;

Μια ερώτηση που έκανε η Florence Reece από το 1931: "Σε ποια πλευρά είσαι;"

Μια ερώτηση πιο επίκαιρη από ποτέ και ταυτόχρονα πάντοτε διαχρονική, επίμονη και κόντρα στο ρεύμα της εποχής που προσπαθεί να μας παρασύρει, είτε από τα δεξιά λέγοντάς μας ότι "όλοι, εκμεταλλευόμενοι και εκμεταλλευτές, έχουμε τα ίδια συμφέροντα", είτε από πρώην αριστερά και νυν μνημονιακά λέγοντας μας ότι "είναι αναγκαστικό να πατάμε σε δυο βάρκες".

Μια ερώτηση βασική για τον καθορισμό της πολιτικής γενικώς και του μέχρι πρότεινος ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και της  υπόλοιπης αριστεράς) ειδικώς.

Γιατί στην πολιτική, τουλάχιστον οι "μυημένοι", δεν μπορούμε να μιλάμε για προδοσίες. Και αν για την πλειοψηφία του ανένταχτου κόσμου, το 3ο μνημόνιο ήταν προδοσία, δεν μπορούν να λένε το ίδιο και οι (εξ' αριστερών) ενταγμένοι.

Το 3ο μνημόνιο δεν ήταν τίποτα άλλο από  την απαντηση του προεδρικοπρωθυπουργικού κέντρου στην ερώτηση της Florence Reece.

Ήδη πολύ πριν κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές, εντός του κόμματος ακουγόταν, ενάντια στην κριτική που εκφερόταν για τις επισκέψεις του Τσίπρα στο ΣΕΒ, στον Ομπάμα κ.α., ότι "αναγκαστικά πρέπει να μιλάς και με τους επιχειρηματίες αν είναι να γίνεις κυβέρνηση" ενώ παράλληλα η "κριτική δεν έχει νόημα γιατί είμαστε αριστεροί και οι αριστεροί θέλουν το καλό του κόσμου" .

Έτσι, η έννοια της αριστεράς παρουσιαζόταν ως μια μεταφυσική "καλή ηθική" απέναντι στα πράγματα, η οποία ήταν αυταπόδεικτη: "η αριστερά είναι καλή και άρα εμείς είμαστε καλοί ως αριστεροί".

Η άποψη αυτή διαπερνούσε μεγάλα κομμάτια (διαφορετικών αφετηριών) των εναπομείναντων αλλά και αποχωρήσαντων του ΣΥΡΙΖΑ και έφτανε στο σημείο να αγνοεί τους κώδωνες του κινδύνου που έκρουαν άλλα ρεύματα εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Μια αυτονααφορική σχεδόν τοποθέτηση αρκούσε ώστε να αποφευχθούν τα χειρότερα, έφτανε ώστε οι ομιλίες του Τσίπρα με τον ΣΕΒ να είναι ακίνδυνες και απλώς τυπικές μιας και ο Τσίπρας ήταν αριστερός.

Αν ζούσε ο γερο - Μαρξ θα έπιανε με απογοήτευση το μέτωπό του, με τη βεβαιότητα των πρώην και νυν συντρόφων.

Η βασική αρχή της πολιτικής και του μαρξισμού, δηλ. η οικοδόμησή της με βάση τα υλικά συμφέροντα και την υπεράσπισή τους, είχε ξεχαστεί παντελώς (ή τουλάχιστον από την πλειοψηφία τότε του κόμματος).

Όπως ήταν αναμενόμενο, όμως, η προσπάθεια για ισορροπία σε δυο βάρκες απέτυχε παταγωδώς: η βίαιη σύγκρουση της εργασίας και του κεφαλαίου πέταξε τον ισορροπιστή Τσίπρα σε μία βάρκα: στο πολυτελές γιωτ.

Είναι φανερό ότι ειδικά σε περίοδο οικονομικής κρίσης δεν γίνεται να είναι την ίδια στιγμή ικανοποιημένοι και αυτοί που έχουν και αυτοί που χρωστάνε στις τράπεζες.
Έρχεται λοιπόν η κρίσιμη στιγμή που θα αποφασίσεις, με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις.  Ποιους θα υπερασπιστείς και με ποιους θα έρθεις σε ρήξη. Η απουσία εμπιστοσύνης που είχε και έχει το προεδρικό κομμάτι εντός του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην δύναμη των εργαζομένων το έκανε να επιλέξει τους τραπεζίτες. "Δεν έχουμε τους συσχετισμούς, άρα υποκύπτουμε στους εκβιασμούς, δεν μπορούμε να μην υπογράψουμε μνημόνιο, άρα θα επιλέξουμε το λιγότερο επώδυνο μνημόνιο, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για ισοδύναμα, άρα θα επιλέξουμε επώδυνα μέτρα" και ο πήχης χαμηλώνει συνεχώς.
Οι ψευδαισθήσεις κατέρρευσαν και η πλευρά επιλέχθηκε.
Η πολιτική της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφωνόταν και διαμορφώθηκε βάση των συμφερόντων της μίας πλευράς. Της απέναντι. Και για αυτό και τώρα, βγαίνει ο Κατρούγκαλος και παρουσιάζει τα 300 ευρώ σύνταξη ως μετάλλαξη της χώρας σε Σουηδία.

Καμία έκπληξη για την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν: το προσεκτικό "διάβασμα" των κλασσικών, και το τραγούδι ο τίτλος του οποίου είναι και τίτλος του άρθρου προειδοποιούσε από καιρό.

Και, για να λέμε την αλήθεια, προειδοποιεί ακόμα: η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε νεομνημονιακό μόρφωμα, δεν σημαίνει την χρεοκοπία της πολιτικής της "ισορροπίας σε δυο βάρκες" που είχε ακολουθήσει.

Ήδη έχουν αρχίσει και ακούγονται έντονα φωνές στην Λαϊκή Ενότητα, που λένε ότι η υιοθέτηση ενός εθνικού νομίσματος θα ήταν συμφέρον "για όλους". Ή ότι αντίστοιχα, το πρώτο διάστημα θα ήταν δύσκολο και "όλοι θα έπρεπε να κάνουμε θυσίες". Παρόλη την εξέλιξη δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, η επιμονή στο να αγνοείται η ύπαρξη των δυο πλήρως αντικρουόμενων συμφερόντων (και άρα η δυναμική και οι εξελίξεις που αναγκαστικά δημιουργεί αυτή η σύγκρουση) είναι σκανδαλώδης. Παρόλη την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, η άποψη περί δυσκολίας της νίκης των δυνάμεων εργασίας, της μη - εμπιστοσύνης ουσιαστικά στη δύναμή τους δηλαδή, οδηγεί πάλι σε συγκαλυμμένες απόψεις "ταξικής συμφιλίωσης" αντί για έμφαση στην επιλογή της πλευράς των εργαζομένων και στην ενίσχυση της δύναμής της (πχ πώς θα γίνει να κάνουν μόνο οι πλούσιοι θυσίες και όχι όλοι).

Τέτοιες αντιλήψεις και πολιτικές που θα "χτίζονται" στην βάση μη  - ξεκάθαρης απάντησης στο ερώτημα που τέθηκε στην αρχή, είναι καταδικασμένες να αποτυγχάνουν.
Είναι καταδικασμένες, στο τέλος να γέρνουν προς την πλευρά των καταπιεστών.

Γιατί, δυστυχώς ή ευτυχώς, η  σύγκρουση κεφαλαίου και εργασίας είναι εδώ όπως άλλωστε ήταν πάντα. Και είναι αναμφισβήτητη πραγματικότητα.

Και η εμπειρία από την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να γίνει αφορμή για να εξαχθούν συγκεκριμένα συμπεράσματα. 

Όπως το ότι η  νίκη των δυνάμεων της εργασίας, φαντάζει δύσκολη, όπως φάνταζε πάντα, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι ή εμείς ή αυτοί. "Τρίτος  δρόμος" δεν υπάρχει...


Wednesday, September 9, 2015

We shall overcome: ψήφος για τη δουλειά και την ελευθερία

ΗΠΑ 1963.
Ελλάδα 2015.
Μια κατά τα άλλα γραφική αφίσα του ΑΚΕΠ για τις εκλογές του Σεπτέμβρη.
Και μια φράση κάτω δεξιά.
We shall overcome!

Μία πορεία πριν 52 χρόνια.
Ένας λόγος μιας από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του "κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων". "Ι have a dream..."
Ένα τραγούδι που κρατάει όλα αυτά τα γεγονότα ζωντανά στις μνήμες, ανεξίτηλα στις σελίδες της Ιστορίας. "Κάποια μέρα θα ξεπεράσουμε ολόκληρο των κόσμο των λευκών".

Οι ΗΠΑ του 1960. Ο κόσμος των λευκών.
Ο κόσμος που οι μαύροι δεν έχουν θέση,
ενώ την ίδια στιγμή είναι καταδικασμένοι να ζουν σε αυτόν.

Η Ελλάδα του 2015. Ο κόσμος των μνημονιακών.
Εκεί που όπως προσπαθούν να μας πείσουν τα φτωχά στρώματα δεν έχουν θέση.
Η νεολαία δεν έχει θέση.
Οι άνεργοι δεν έχουν θέση.
Οι συνταξιούχοι δεν έχουν θέση.
Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες δεν έχουν θέση.
Παρά μόνο είναι καταδικασμένοι να ζουν σε αυτόν.

Η Ελλάδα του 2015. Ο κόσμος των μνημονιακών. Εκεί που οι "αντιμνημονιακοί" δεν έχουν θέση. Που ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος είναι το μνημόνιο, ενώ τα υπόλοιπα είναι "ιδεαλισμός" ή "καταστροφή για την χώρα".

 Σύσσωμο το ντόπιο μνημονιακό πολιτικό σύστημα -παλιό και νέο- προσπαθεί να μας πείσει, με τις ευλογίες του Γιούνκερ, ότι δεν γίνεται αλλιώς.
Ότι το να ζούμε σε καθεστώς επισφάλειας είναι μονόδρομος. Ότι τα voucher και η επισφάλεια είναι η μόνη επιλογή εργασίας. Ότι η ανεργία θα είναι μια μάυρη σκιά που θα σέρνεται συνεχώς πάνω από το κεφάλι μας, μια θηλιά που θα σφίγγεται όλο και πιο απειλητικά γύρω μας, μέχρι να μας πνίξει (όσους δεν έχει πνίξει ήδη).
Σύσσωμο το μνημονιακό πολιτικό σύστημα προσπαθεί να να μας πείσει ότι η ανυπαρξία σταθερότητας στις ζωές μας είναι μονόδρομος.
Προσπαθεί να μας πείσει  ότι πρέπει να σταματήσουμε να ονειρευόμαστε.

Λοιπόν, έχουμε να πούμε κάτι σε όλους όσους επικαλούνται το "ρεαλισμό" και τους "μονοδρόμους", το "ΤΙΝΑ" της εποχής μας:
Οι μεγάλες επαναστάσεις στην ιστορία, αυτές του 1798, του 1848, του 1871, του 1917, του 1968 ήταν πλήρως ρεαλιστικές.
 Έγιναν την ώρα που η κάθε λογής άρχουσα τάξη παρουσίαζε τη φεουδαρχία, τις αυτοκρατορίες,  τις μεταρρυθμίσεις του DeGaul  ως μονόδρομο.

Η μεγάλη πορεία της 28ης Αυγούστου του 1963 ήταν πλήρως ρεαλιστική.

Οι μαύροι παλεύουν και νικάνε στον κόσμο τον λευκών. 

Στις 20 Σεπτέμβρη, η νεολαία, οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι πρέπει να δώσουμε αυτό το μήνυμα.
Ότι γίνεται και αλλιώς. Όπως γινόταν πάντα αλλιώς.

Στις 20 Σεπτέμβρη πρέπει με την ψήφο μας να φωνάξουμε δυνατά:
"Έχουμε ένα όνειρο..."


Thursday, September 3, 2015

Ένα παιδί ξεβράστηκε σε παραλία


Kiyiya Vuran Insanlik‬: Η ανθρωπιά ξεβράστηκε στην ακρογιαλιά 

Ένα παιδί ξεβράστηκε στις ειδήσεις της Ελλάδας εν μέσω προεκλογικής περιόδου.

Ένας φασίστας πρώην υπουργός σταμάτησε τις προεκλογικές περιόδους του και πόσταρε στο twitter. Μερικές φορές, η επίδειξη λίγης ανθρωπιάς είναι καλύτερη και από τον πιο πομπώδη λόγο σε προεκλογικό βήμα.

Οι χρήστες του διαδικτύου, στο αέναο scroll down στα κοινωνικά δίκτυα, σταμάτησαν για λίγα δευτερόλεπτα για ένα like (που όμως δήλωνε θλίψη), ένα share ή ένα comment.

Θρήνος απλώθηκε για λίγα λεπτά στο διαδίκτυο, ή ίσως και μια μέρα:
χρόνος πολύς σε σχέση με το πόσο διαρκεί η ηλεκτρονική μνήμη.

Χιλιάδες μυαλά σκέφτηκαν, χιλιάδες στόματα φώναξαν μονομιάς:
"Τί συμβαίνει; Γιατί τέτοια απανθρωπιά;"

Λοιπόν, θα σας αποκαλύψω κάτι:
υπάρχει πολλή δυστυχία στον κόσμο.

Εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν

στα σύνορα της Ελλάδας,
στα ορυχεία της Τουρκίας,
στα εργοστάσια της Κίνας,
στα χωριά της Αφρικής,
στις διαδηλώσεις στις ΗΠΑ.

Εκατομμύρια παιδιά δολοφονούνται,
εκεί που δεν υπάρχει internet για να μαθευτούν οι θάνατοί τους.

Η γη γυρίζει ποτισμένη από το αίμα εκατομμύριων μικρών παιδιών.
Οι φασίστες πρώην υπουργοί, οι μεγαλοεπιχειρηματίες, οι κυβερνήσεις της φιλεύσπλαχνης Ε.Ε και του κόσμου όλου, η αστυνομία, η Frontex, το γεύονται με ευχαρίστηση.

Για να μην γίνονται, λοιπόν,οι θάνατοι αυτοί μέρος μιας προεκλογικής εκστρατείας πολιτικάντηδων,

για να μην αρχίσει και τελειώσει η απάντηση σε αυτούς σε ένα like ή ένα share στο διαδίκτυο,

για να μην εγκλωβιζόμαστε στο "δεν υπάρχει εναλλακτική" στα μνημόνια, στην φτώχεια, στον πόλεμο,

για να σωθούν τα παιδιά που δεν θα τα φτάσει ποτέ η μηχανή κάποιου φωτογράφου,

μην θρηνείτε,
οργανωθείτε.

Μόνο αν αλλάξουμε τον κόσμο θα πάψουμε να έχουμε λόγους να θρηνούμε.


Monday, August 24, 2015

Λαϊκή Ενότητα εν έτει 2015


Χιλή, 1970.
Ελλάδα, 2015;

Πολύ πριν τις εκλογές του Γενάρη του 2015, ήδη από το 2012, υπήρχε από πολλές πλευρές ο παραλληλισμός του Αλιέντε με τον Τσίπρα, και της Unidad Popular (Λαϊκής Ενότητας) με τον ΣΥΡΙΖΑ. 

Είτε ως απόδειξη της "ιστορικά δεδομένης" αποτυχίας των αριστερών κυβερνήσεων, από μεριάς του ΚΚΕ, είτε ως αιτία ενθουσιασμού για πολλούς συντρόφους του ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση στην Ελλάδα του 2012 (και μετέπειτα του 2014 και του 2015) παρομοιαζόταν με την κατάσταση στην Χιλή του 1970.

Η πραγματικότητα είναι ότι στους παραπάνω ισχυρισμούς υπήρχαν ψήγματα αλήθειας, όπως έδειξε και η μετεκλογική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. 

Ο Αλιέντε ήταν ένας ρεφορμιστής πολιτικός, ο οποίος προσπαθούσε να "συμβιβάσει" τα συμφέροντα των αφεντικών με τα συμφέροντα των φτωχών τάξεων που τον στήριζαν. Η -έντιμη- αυτή προσπάθειά του, οδήγησε σε σφοδρή επίθεση από μεριάς του κεφαλαίου (απεργίες, λοκ - άουτ μποϋκοτάζ ήδη από τον πρώτο μήνα διακυβέρνησης του Αλιέντε), και σε υπεράσπιση της κυβέρνησης απέναντι σε κάθε τέτοια επίθεση από μεριάς των εργαζομένων.
Σε αυτή την κατεύθυνση, δημιουργήθηκαν από τους "από κάτω" πολύ προωθημένες μορφές αυτοοργάνωσης που έφταναν στον βαθμό να αμφισβητούν την εξουσία των καπιταλιστών (εργατικά συμβούλια, αυτοδιαχείριση εργοστασίων κ.α.).

Όμως, η απροθυμία του Αλιέντε να στηριχθεί στην μαχητικότητα των εργαζομένων (αντί να τους δώσει ώθηση, πολλές φορές η αριστερή κυβέρνηση κατέστειλλε τους αγώνες τους) και οι αυταπάτες του περί "έντιμου συμβιβασμού" κεφαλαίου και εργασίας τον οδήγησαν στην καταστροφή του.

Η "εμπιστοσύνη" που έδειξε στον Αγκούστο Πινοσέτ, ακροδεξιό στρατιωτικό, τοποθετώντας τον ως επικεφαλής της φρουράς του Σαντιάγο, αποδείχθηκε μοιραία.
Ο  Πινοσέτ πρωτοστάτησε στο στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση Αλιέντε 3 χρόνια μετά την εκλογή της, και τέθηκε επικεφαλής της δικτατορίας που την ακολούθησε.

Στην παραπάνω αναδρομή βρίσκονται οι όποιες -ελάχιστες- ομοιότητες του Σαλβαδόρ Αλιέντε με τον Αλέξη Τσίπρα.
Γιατί, όπως άλλωστε λέει και ο Μαρξ, η ιστορία επαναλαμβάνεται: την πρώτη φορά συμβαίνει σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα.

Και ενώ ο Αλιέντε πέθανε με το όπλο στο χέρι μαχόμενος ενάντια στους  πραξικοπηματίες, ο Τσίπρας εισηγήθηκε και ψήφισε μνημόνιο μαζί με εκείνους που οδήγησαν τον κόσμο στην εξαθλίωση, με τους αρνητές της δημοκρατίας, τους πρώην Rangers της ΟΝΝΕΔ και εκείνους που κυνηγούσαν αριστερούς με τα τσεκούρια.

Ενώ η προσπάθεια του Αλιέντε, παρόλα τα καταστροφικά της λάθη και συνέπειες, άντεξε τρία χρόνια, με την Unidad Popular να πραγματοποιεί συγκλονιστικές συγκεντρώσεις μέχρι και μία βδομάδα πριν την ανατροπή της κυβέρνησης, η κυβέρνηση Τσίπρα κράτησε μόλις 7 μήνες, μετά την προκήρυξη εκλογών από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.

Ενώ ο Αλιέντε έδειχνε απροθυμία να στηριχθεί στους αγώνες και στη δύναμη των εργαζομένων, ο Τσίπρας εξαφάνισε κάθε ελπίδα και προσδοκία των "από κάτω", πριν καλά - καλά αυτή εκφραστεί, όπως συνέβη και με το κάλεσμα του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών μία μόλις μέρα μετά το συγκλονιστικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Παρόλα αυτά, ο κόσμος στην Ελλάδα του 2015 βγήκε στο δρόμο μαζικά και μετά τον Γενάρη.
Είτε μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου με την Ευρωπαϊκή Ένωση και πριν τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη που "πάγωσε" τον κόσμο, είτε πριν το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη εργαζόμενοι/ες, άνεργοι/ες, νεολαία ξαναγέμισαν το Σύνταγμα.

Όχι οπωσδήποτε για να δηλώσουν στήριξη στην κυβέρνηση, αλλά γιατί έβλεπαν -και μέσω της μη - υποχώρησης της κυβέρνησης- μία προοπτική για τη ζωή τους. Μία ελπίδα για το σταμάτημα της λιτότητας που τους εξαθλιώνει τα τελευταία πέντε χρόνια.

Το ηχηρό μήνυμα που εξέφραζε όλη αυτή τη διάθεση, δόθηκε στις 5 Ιούλη. Το συγκλονιστικό 61,3% του "ΟΧΙ στα μνημόνια" έδειξε ότι η κοινωνία είναι ένα μεγάλο καζάνι που βράζει.

Και το στοίχημα των επερχόμενων εκλογών είναι εάν και κατά πόσο η πραγματική ριζοσπαστική αριστερά, η πραγματική Λαϊκή Ενότητα του 2015, εκφράσει πολιτικά αυτή τη διαδικασία, ενάντια στο "σβήσιμο" που επιχειρεί η σύγχρονη καρικατούρα του Αλιέντε.

Thursday, August 13, 2015

Ο κόσμος τους και ο κόσμος μας

Στον κόσμο τους μαθαίνεις με τον βούρδουλα, το ξύλο, τις φωνές. Με το να πληρώνεις για την ζωή σου άμα δεν είχες "φροντίσει για την πρόληψη".

Στον κόσμο μας μαθαίνεις με την κατανόηση, υπομονή, την αλληλεγγύη, το (αντι)παράδειγμα. Φροντίζεις για την πρόληψη, επειδή έχεις σωστή ενημέρωση και παιδεία.

Στον κόσμο τους αν δεν καταλαβαίνουν τι λες, σε βρίζουν λες και θα καταλάβεις. Αν δε σε έχουν συνηθίσει, σε φοβούνται.

Στον κόσμο μας, αν κάποιος δεν καταλαβαίνει κάποιον, μαθαίνει τη γλώσσα του. Για  να μπορούν όλοι να επικοινωνούν με όλους. Και να γνωρίζονται όλοι με όλους.

Στον κόσμο τους, προσπαθούν να κρύψουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Κλείνουν τα μάτια και προσποιούνται πως δεν υπάρχει.

Στον κόσμο μας, προσπαθούμε να το λύσουμε οριστικά. Ή τουλάχιστον να το αντιμετωπίσουμε όσο καλύτερα γίνεται.

Στον κόσμο τους, οι άνθρωποι που τρέχουν για να σώσουν τη ζωή τους, είναι "παραπανίσιο βάρος". Δεν τους ενδιαφέρουν, εκτός και αν βρεθούν έξω από την πόρτα τους. Αν βρεθούν, τους αντιμετωπίζουν σαν να 'ταν εγκληματίες. Είτε είναι ζωντανοί, είτε νεκροί.

Στον κόσμο μας, οι άνθρωποι που τρέχουν για να σώσουν τη ζωή τους είναι άνθρωποι που τρέχουν για να σώσουν τη ζωή τους. Όπως ήμασταν και εμείς κάποτε. Όπως είμαστε και εμείς σήμερα, και θα είμαστε και αύριο.

Στον κόσμο τους, ψηφίζουν μνημόνια στις 13 Αυγούστου, ώστε να μην υπάρχει πολύς κόσμος έξω από τη Βουλή να διαμαρτύρεται.

Στον κόσμο μας, νομοθετούμε μαζί με τον κόσμο.
Όπως στις 3 Ιούλη που γεμίσαμε το Σύνταγμα για να πούμε το μεγάλο "ΟΧΙ".

Στον κόσμο τους, ξεχνάνε συνέχεια. Ποιοί είναι, από πού έρχονται, γιατί ήρθαν, τί πρέπει να κάνουν.

Στον κόσμο μας, προσπαθούμε να θυμόμαστε το χθες. Και να φανταζόμαστε το αύριο.

Είναι εύκολο να ζεις στον κόσμο τους. Να γίνεις ένας από αυτούς. Ούτως ή άλλως, αυτός υπάρχει ήδη, εδώ και πολλά χρόνια, εδώ και αιώνες. Αρκεί να αποδεχτείς αυτό που ήδη υπάρχει.

Το να φτιάξουμε τον δικό μας  καινούριο κόσμο είναι δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο.

Το θετικό είναι ότι ψήγματά του υπάρχουν ήδη στον δικό τους κόσμο.

(Στην παραπάνω φωτογραφία του Γιάννη Μπεχράκη, πρόσφυγες σχηματίζουν ανθρώπινο
κλοιό γύρω από μια μητέρα και το μωρό της, προκειμένου να τους προστατεύσουν
από την επίθεση των μπάτσων στην Κω).


Wednesday, August 12, 2015

Καζαμπλάνκα 2015



"It's still the same old story, as time goes by..."
(Προσοχή: Το παρόν άρθρο περιέχει spoilers για την ταινία "Casablanca")


Στην Καζαμπλάνκα του Μαρόκο, σύμφωνα με την ταινία του Manó Kaminer Kertész, φτάνουν άνθρωποι από διάφορα μέρη της Ευρώπης, προκειμένου να ξεφύγουν από την φρίκη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Γαλλία, Καζαμπλάνκα, Πορτογαλία και ύστερα Η.Π.Α. Επιβίωση και ελπίδα για μια καλύτερη ζωή στην πολλά υποσχόμενη Αμερική του '42 (υποσχέσεις χτισμένες στις πλάτες των θυμάτων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου).

Οι άνθρωποι φτάνουν στην Καζαμπλάνκα χαμογελώντας: βρίσκονται ένα κλικ πριν από μια μεγάλη ανάσα ζωής, ελευθερίας. Γρήγορα όμως χάνουν το χαμόγελό τους.

Γιατί το να φτάσεις στην Καζαμπλάνκα είναι το εύκολο μέρος: το δύσκολο είναι να βγεις από αυτή.

Γιαυτό και οι συναλλαγές για πλαστά χαρτιά δίνουν και παίρνουν: οι άνθρωποι που μένουν στην Καζαμπλάνκα, βλέποντας τα αεροπλάνα να φεύγουν το ένα μετά το άλλο, μέρες, βδομάδες, μήνες μετά,  χωρίς εκείνους μέσα, πληρώνουν όσο  - όσο για να βρουν πλαστά χαρτιά από τους διακινητές στο "καφέ του Rick".

H Καζαμπλάνκα ανήκει στην "Ελεύθερη Γαλλία του Vichy". Παρόλα αυτά, η γαλλική αστυνομική αρχή συλαμβάνει έναν διακινητή πλαστών εγγράφων, με την κατηγορία της δολοφονίας δυο ναζί αξιωματικών, για να "εντυπωσιάσει" τον "εταίρο" της: τον υψηλόβαθμο αξιωματικού του 3ου  Ράιχ, Heinrich Strasser,

Και κάπως έτσι κυλάει η ζωή στην Καζαμπλάνκα της ταινίας. Με τα καλά της και τα κακά της.
Με την απελπισία των ανθρώπων που θέλουν να δραπετεύσουν, με τα αεροπλάνα που φεύγουν για Λισσαβόνα αφήνοντας τόσο κόσμο πίσω, αλλά και με τις ευχάριστες βραδιές στο καφέ του Rick, με έναν συγκλονιστικό έρωτα εν μέσω παγκοσμίου πολέμου, με τους αντιστασιακούς να δίνουν τη δική τους μάχη, εντός και εκτός πόλης.




Στις παραθαλάσσιες Καζαμπλάνκες της Ελλάδας του 2015 τα πράγματα δεν είναι τόσο κινηματογραφικά.

Δεν υπάρχουν ούτε "καφέ του Rick", ούτε Sam να παίζουν πιάνο στους ανθρώπους που φτάνουν.
Οι πιθανότητες λένε ότι μάλλον αυτοί που έρχονται δεν θα δουν καν τα αεροπλάνα για Ευρώπη να φεύγουν ώστε να στενοχωρηθούν που τους αφήνουν πίσω.

Όσο για έρωτες, ούτε λόγος: αν τα "έτερα ήμισυ" δεν έχουν πνιγεί κάπου στο Αιγαίο, σίγουρα θα έχουν χαθεί στην πατρίδα από πολυβόλα ή από κάποια βόμβα των Αμερικάνων.

Στις Καζαμπλάνκες του 2015, υπάρχουν, δυστυχώς, πολλοί αστυνομικοί πρόθυμοι να εντυπωσιάσουν τους Ευρωπαίους "εταίρους" τους. Και ακόμη δυστυχέστερα, υπάρχουν πολλοί, πάρα πολλοί,αδιάφοροι Rick.


Στις Καζαμπλάνκες του 2015,αλλά και έξω από αυτές, σε όλη την Ελλάδα, πρέπει άμεσα να γίνουμε όλοι και όλες ένας συλλογικός αντιστασιακός Laszlo, ώστε να πείσουμε τους Rick αυτούς του τόπου να φυτέψουν μια σφαίρα βαθιά στις καρδιές των "εταίρων" Strasser,
μπας και οι κολασμένοι τούτοι της γης δραπετεύσουν από τις σύγχρονες Καζαμπλάνκες.

Για το καλό όλων μας.




Monday, August 10, 2015

Αύγουστος

Πώς μπορώ να ξεχάσω, τις προεκλογικές του δεσμεύσεις;

Έχω περάσει κάμποσους Αύγουστους, άλλους με παρέα, άλλους χωρίς, άλλους εντός Αθηνών, άλλους εκτός, άλλους εκτός Ελλάδος (καλά, έναν εκτός Ελλάδος).

Ο Αύγουστος είναι ο χρόνος μη - χρόνος, ο μήνας που -για κάποιο διάστημα- η χρονική ροή σταματάει, παγώνει. Είναι ο μήνας που προηγείται του σχεδιασμού σου για του πως (θα ήθελες) να είναι η νέα χρονιά, ο  μήνας που σταματάς να σκέφτεσαι το πριν και το μετά, αδειάζεις το κεφάλι σου, κλειδώνεις τις έγνοιες σου σ' ένα συρτάρι δίπλα από τις υποχρεώσεις, αγναντεύεις το κύμα να σκάει στη θάλασσα και τον κόκκινο ήλιο, τη πιο λαμπερή πανσέληνο του χρόνου, κάνεις βόλτες στην άδεια Αθήνα, (που τελευταία όλο και γεμίζει πιο πολύ), (ξε)φεύγεις. Φυσικά ή νοητικά. Με παρέα ή χωρίς.

Ή τουλάχιστον έτσι ήταν παλιότερα.

Γιατί τα τελευταία χρόνια, ο Αύγουστος έχει γίνει ο μήνας που οι μπάτσοι κυνηγάνε μετανάστες στο κέντρο, ο μήνας που οι ελεγκτές σκοτώνουν επιβάτες για 1,40, ο μήνας που το Ισραήλ αιματοκυλεί την Παλαιστίνη, ο μήνας που οι μπάτσοι στις ΗΠΑ δολοφονούν 18χρονους, ο μήνας που βλέπουμε τη θάλασσα από την τηλεόραση, ο μήνας που χιλιάδες πρόσφυγες ξεφράζονται στις ακτές της Ελλάδας, ο μήνας που εθελοντές φροντίζουν τους πρόσφυγες που ολοένα και αυξάνονται στο Πεδίο του Άρεως, ο μήνας που η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου εξευτελίζεται ολοκληρωτικά, ο μήνας που αντί για θάλασσες, στην τηλεόραση βλέπουμε και ακούμε πόσο αναγκαίο είναι το νέο μνημόνιο.

Η οικονομική κρίση πιέζει ασφυκτικά τη χρονική ροή η οποία αψηφά κάθε κανόνα και συνεχίζει την πορεία της, παρά το γεγονός ότι είναι Αύγουστος.

Και έτσι φέτος, απ' ότι φαίνεται, τον Δεκαπενταύγουστο, παραδοσιακή ημερομηνία εξορμήσεων εκτός Αθηνών και χαράς απανταχού ληστών και μικροαπατεώνων, μαζί με την Παναγία θα γιορτάσουμε το νέο, πιο αβάσταχτο και πρώτη φορά αριστερό, μνημόνιο (μεγάλη η χάρη Του).
Και μάλλον, αντί για μπάνιο στη θάλασσα, θα κάνουμε, μπάνιο στον ιδρώτα μας, στη συγκέντρωση έξω από τη Βουλή.

Καλό υπόλοιπο του όποιου καλοκαιριού λοιπόν, με μια ευχή:

 Μέχρι τον επόμενο Ιούλιο να τους έχουμε αλλάξει τον αδόξαστο, ώστε να επιστρέψει ο Αύγουστος στον παλιό του, αγαπημένο χαρακτήρα.

Ή έστω, μέχρι τον μεθεπόμενο Ιούλιο.

Ή τέλος πάντων, μέχρι κάποιον Ιούλιο σύντομα.

Friday, August 7, 2015

Τις πταίει;

Αυτός που στίβει στην μυλόπετρα ή αυτός που στίβεται;

(Μια μικρή απάντηση σε κάτι που ακούγεται πολύ, ειδικά όταν περνάνε νέα μνημόνια) 

Μια συνηθισμένη ατάκα του κυρίαρχου λόγου είναι ότι "ο Έλληνας δεν παραδέχεται τις ευθύνες του". Η εν λόγω ατάκα χρησιμοποιείται συνήθως ως επιχείρημα σε συζητήσεις για την κατάσταση της χώρας, η οποία σαφώς, σύμφωνα με αυτούς που τη χρησιμοποιούν, οφείλεται στη διάθεση που έχει ο "Έλληνας" να "αποποιείται τις ευθύνες του" για την κατάσταση, επιρρίπτοντας ευθύνες πάντα στους άλλους, και όχι στον εαυτό του, και κατ' επέκταση μην φροντίζοντας ο ίδιος να πάρει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες για να αλλάξει την κατάσταση (άποψη που βασίζεται στο ότι "για να αλλάξεις τον κόσμο πρέπει να αλλάξεις πρώτα τον εαυτό σου"). Το ότι όλοι οι "Έλληνες" έχουν ευθύνες για την κατάσταση της χώρας (σε όποιο επίπεδο και αν γίνεται η συζήτηση), και πάλι σύμφωνα με όσους χρησιμοποιούν την εν λόγω ατάκα, είναι αδιαμφισβήτητο.

Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι άκρως διαφορετική.

Κάνοντας μία ανασκόπηση στα δημοσιεύματα των ΜΜΕ, στους κατά καιρούς κυβερνητικούς λόγους, στις απόψεις που εκφέρονται από διάφορα κομμάτια της κοινωνίας, παρατηρούμε ότι ευθύνες για την "κατάσταση της χώρας" επιρρίπτονται κάθε ώρα και στιγμή:

στους δημόσιους υπάλληλους που είναι μόνιμοι,
στους  συνταξιούχους που παίρνουν επιδόματα,
στους  απολυμένους που απαιτούν επαναπροσλήψεις και κλείνουν τις επιχειρήσεις,
στους  μετανάστες που έρχονται στη χώρα και προσλαμβάνονται με χαμηλούς μισθούς,
στους απεργούς που διαμαρτύρονται για μειώσεις και απολύσεις,
στους φοιτητές που καθυστερούν να τελειώσουν τις σχολές τους,

ή πιο πρόσφατα

σε βουλευτές και στελέχη κάθε βαθμίδας του ΣΥΡΙΖΑ που δεν είχαν ανακοινώσει "εγκαίρως ένα εναλλακτικό σχέδιο".

Και η λίστα δεν έχει τέλος.

Βέβαια, κανείς ποτέ δεν αναρωτιέται ποιες και πόσες είναι οι ευθύνες:

εκείνων που δέχονται να προσλάβουν με χαμηλότερους μισθούς,
εκείνων που απολύουν εργαζόμενους προκειμένου να προσλάβουν άλλους με χαμηλότερους μισθούς,
εκείνων που απολύουν και μειώνουν μισθούς ενώ οι επιχειρήσεις τους ειναι κερδοφόρες,
εκείνων που μετακινούν τις επιχειρήσεις τους σε χώρες με χειρότερες εργασιακές συνθήκες ,
εκείνων που αναγκάζουν πολλούς φοιτητές να δουλεύουν ή δεν τους δίνουν κίνητρο να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους,
εκείνων που τέλος πάντων καταστρέφουν αρχέγονα δάση για να ιδιοποιηθούν δημόσια μεταλλεύματα δίνοντας ψίχουλα στο κράτος,
των κυβερνήσεων που δεν έχουν κινηθεί νομοθετικά προκειμένου να αποτρέψουν όλα τα παραπάνω

και πιο πρόσφατα

στη διαπραγματευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που εδώ και 5 μήνες διαπραγματευόταν χωρίς να έχει η ίδια κάποιο εναλλακτικό σχέδιο.

Βλέπουμε ότι το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η παραδοχή ή η απόδοση ευθυνών: οι ευθύνες που επιρρίπτονται είναι πολλές και επιρρίπτονται σχεδόν παντού,αφορούν το σύνολο της κοινωνίας που κάποιοι κατηγορούν ως "Έλληνες που δεν παραδέχονται τις ευθύνες τους".
Ακόμη και αν ήταν "θέμα ευθυνών", ακόμη και με την μη - παραδοχή του ίδιου του "Έλληνα", η κατηγορία και η στοχοποίηση από έναν άλλον "Έλληνα" θα "κάλυπτε" την "αδιαφορία" του ίδιου.

Το πρόβλημα βασικά είναι ότι οι ευθύνες δεν επιρρίπτονται σε αυτούς που έχουν πραγματικά αποφασιστικό ρόλο για τις ζωές μας, αλλά σε αυτούς που αποτελούν αντικείμενα των αποφάσεων αυτών.

Το πρόβλημα είναι ότι είτε εκ του πονηρού, είτε όχι, υπάρχει μια αποδοχή του δόγματος "there is no alternative", όχι μόνο για τα μνημόνια, αλλά για τις ζωές μας τις ίδιες.

Το πρόβλημα είναι θεωρούμε φυσιολογικό, για παράδειγμα, ότι κάποιοι μπορούν να αρπάζουν τον δημόσιο πλούτο χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Ότι εκείνοι οι κάποιοι, ή οι όμοιοί τους, έχουν  κάθε δικαίωμα να καθορίζουν πόσο αξίζει η εργασία κάποιου, γιατί "έτσι λειτουργεί ο κόσμος".

Το πρόβλημα είναι ότι θεωρούμε θέσφατο ότι θα δουλεύουμε για πενταροδεκάρες, και κοιτάμε ποιος θα τις χάσει για να τις πάρουμε εμείς.

Αν λοιπόν δεν γίνει η συζήτηση όχι γενικώς "περί ευθυνών", αλλά ειδικώς περί των "ποιοί έχουν τις ευθύνες", και πώς πραγματικά μπορούν να αποδοθούν αυτές, αυτός ο κόσμος δεν πρόκειται να αλλάξει, Κεμάλ.

Monday, July 20, 2015

Is there any alternative?

Η πραγματικότητα όπως μας την παρουσιάζει η κυβέρνηση Τσίπρα
(αγνοώντας πλήρως το αριστερό μέρος της φωτογραφίας)
Η "απότομη στροφή"  της πολιτικής της κυβέρνησης και του λόγου διάφορων κυβερνητικών αλλά και κομματικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που πλέον σπεύδουν να δικαιολογήσουν το μνημόνιο, σε συνδυασμό με τις επιθέσεις σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που αρνούνται να το κάνουν έχει σοκάρει μεγάλο μέρος του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και την πλειοψηφία των ψηφοφόρων του.

Παρόλα αυτά, οι βάσεις της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ (ή πιο ορθά της κυβέρνησης) σε κόμμα το οποίο υποστηρίζει μνημονιακή πολιτική  είχαν μπει ήδη εδώ και χρόνια ή μήνες πριν και είχαν πολλές φορές προοικονομηθεί από προβεβλημένα στελέχη της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ή της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ (ή πιο ορθά της συγκυβέρνησης Τσίπρα - Καμμένου), με πρώτο - πρώτο τον πρόεδρό του, ο οποίος συνήθως σηματοδοτούσε την έναρξη κάποιου τέτοιου βήματος με κάποια δήλωσή, συνέντευξη ή "επίσκεψή" του.

Θα μπορούσε κανείς να διαχωρίσει τα θεμέλια της μετάλλαξης, σε τρία βασικά, τα οποία διαπλέκονται και αλληλοεπηρρεάζονται:

1) Η απώλεια της ταξικής αναφοράς και της ταξικής "αντίληψης" (που οδήγησε και στην εγκατάλειψη των "μονομερών ενεργειών του προγράμματος της ΔΕΘ") όπως η εγκατάλειψη και η αντικατάσταση της με την "εθνική αφήγηση" (η Ελλάδα εναντίον της Γερμανίας) μπορούσε να δικαιολογήσει την "εθνική ενότητα" και άρα κινήσεις όπως την πρόταση του Παυλόπουλου για Πρόεδρο της Δημοκρατίας (που αργότερα απείλησε να ρίξει την κυβέρνηση) το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών μετά το δημοψήφισμα (που οδήγησε σε περαιτέρω "υποχωρήσεις" ως προς τα ζητούμενα στη διαπραγμάτευση).

2) Η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε αρχηγοκεντρικό κόμμα (που είχε ξεκινήσει από το ιδρυτικό συνέδριό του που ο Τσίπρας "λατρεύτηκε" με χειροκροτήματα και επευφημίες) με την ανάδειξη του Τσίπρα ως "αδιαμφισβήτητου ηγέτη του κόμματος και του ελληνικού λαού" δημιούργησε ένα ισχυρό ρεύμα εκτός και εντός κόμματος υποστήριξης του προέδρου/πρωθυπουργού σε όλες του τις κινήσεις που ακόμη και σήμερα καλά κρατεί (παρά τις απώλειες που έχει υποστεί).Αυτή η μετατροπή  είχε ως αποτέλεσμα αφενός την αδιαφορία σε διάφορες διολισθήσεις αφού ο "Τσίπρας είναι ο Τσίπρας" μέχρι και την ισχυρή θεώρηση ότι "αφού εφαρμόζει ο Τσίπρας μνημόνιο, θα είναι καλό μνημόνιο".
Είχε ως αποτέλεσμα επίσης το να υπάρχει ακόμη και σήμερα η δυνατότητα, ακόμη και η Κ.Ε. του κόμματος να αγνοείται ακόμη μπροστά σε σημαντικές αποφάσεις, μετατρέποντάς τις σε αποφάσεις του ίδιου.

3)Η  συνεχής αναφορά από διάφορα στελέχη "στο ρεαλισμό". Που δεν σημαίνει τίποτα άλλο από την "απόσυρση της εμπιστοσύνης στην εργατική τάξη και στους αγώνες της"  και  ως εκ τούτου την υποταγή σε μία λογική "αστικής κυβερνησιμότητας", δηλαδή "διαχείρισης της υπάρχουσας κατάστασης".

Με το να κινείται στα υπάρχοντα κυβερνητικά και θεσμικά πλαίσια, έχοντας προφανώς αυταπάτες για τις δυνατότητες που αυτά παρέχουν (πχ. δυνατότητα κερδοφόρας διαπραγμάτευσης με την Ευρωζώνη που θα επέτρεπε την εφαρμογή ενός φιλολαϊκού προγράμματος στην Ελλάδα) η κυβέρνηση ακολούθησε μια σειρά από υποχωρήσεις με τελικό στάδιο την αποδοχή και την εφαρμογή μνημονίου, το οποίο δικαιολογήθηκε με μια έκφραση που είχε πρωτοεισάγει η Margaret Thatcher: "Δεν υπάρχει εναλλακτική - There is no alternative".

Και πράγματι, δεδομένων των επιλογών της κυβέρνησης, δεν υπήχε: σε έναν αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων με την τρόικα (υποστηριζόμενη από σύνολο των Υπουργών Οικονομικών της ΕΕ) να θέλει να επιβάλλει λιτότητα στην Ελλάδα, η μόνη ελπίδα για μια "εναλλατική πορεία" θα ήταν η στήριξη στον κόσμο της εργασίας της Ελλάδας (αλλά και διεθνώς) και στη δύναμή του που οδήγησε τα τελευταία πέντε χρόνια στην πτώση των τελευταίων δυο - τριών κυβερνήσεων.

Η κυβέρνηση επέλεξε να πετάξει αυτό το τεράστιο όπλο που είχε στα χέρια της στα σκουπίδια, χωρίς καν να το χρησιμοποιήσει, αρχίζοντας από την σαφή παραίτηση από ενέργειες ταξικής μονομέρειας (π.χ.  παραίτηση από την αύξηση του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ ήδη από την εκλογή της) και φτάνοντας στο σημείο να αγνοήσει την στήριξη που υποδήλωνε το 61,3%  που πήρε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα στις 5 Ιούλη. Μια στήριξη που θα απολάμβανε η ίδια σε περίπτωση που δεν εφάρμοζε νέα μνημόνια.

Με την νέα τροπή των πραγμάτων, πολλοί σπεύδουν να χαρακτηρίσουν την ψήφιση των μνημονίων από μια κυβέρνηση που έχει εντυπωθεί στα μάτια του κόσμου ως "κυβέρνηση της αριστεράς" ως το πιο καταστροφικό γεγονός.

Στην πραγματικότητα, αν και σε υλικό επίπεδο έχουν δίκιο, μιας και τα ανακοινωθέντα μέτρα είναι αβάσταχτα, το πιο καταστροφικό γεγονός που σχετίζεται με την εφαρμογή των μνημονίων δεν είναι η εφαρμογή τους αυτή καθαυτή. Ούτως ή άλλως, η εφαρμογή ενός μνημονιακού προγράμματος ήταν λίγο ως πολύ δεδομένη και σε περίπτωση ύπαρξης κάποιας άλλης κυβέρνησης.

Το πιο καταστροφικό γεγονός δεν είναι άλλο από αυτήν ακριβώς την προαναφερθείσα μετάλλαξη της κυβέρνησης και τουλάχιστον ενός κομματιού του ΣΥΡΙΖΑ. Το πιο καταστροφικό γεγονός δεν είναι άλλο από την προσχώρηση μιας "κυβέρνησης της αριστεράς" στο δόγμα "There is no alternative".

Με την προσχώρηση αυτή, ουσιαστικά η κυβέρνηση ανακοινώνει δημόσια στον κόσμο που την ψήφισε ότι δεν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος άσκησης πολιτικής πέρα από την εφαρμογή μνημονίων: έτσι ακυρώνει τον ίδιο της τον εαυτό. Ακυρώνει την "εναλλακτική πολιτική πρόταση" που είχε προβάλλει προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ και ακυρώνει, στα μάτια της κοινωνίας, γενικώς την ύπαρξη  "αριστερής πολιτικής" σε κυβερνητικό επίπεδο.

Ουσιαστικά, η κυβέρνηση και διάφορα κομματικά στελέχη, με το να διατρανώνουν ότι "δεν είχαμε εναλλακτική" υποδηλώνουν ότι οποιαδήποτε δύναμη και να βρίσκεται στην κυβέρνηση στην Ελλάδα, όποια κατεύθυνση και αν έχει, είναι αναγκασμένη να εφαρμόζει μνημόνια. Αυτό σε πρώτο επίπεδο, ουσιαστικά ακυρώνει τις διαφορές μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, κάνοντας δυνατή τη συνταύτιση και της αριστεράς με την εφαρμογή μνημονιακών πολιτικών.

Σε δεύτερο επίπεδο, μπορεί να οδηγήσει στην εμπέδωση του "There is no alternative" στα μάτια της κοινωνίας, γεγονός το οποίο είναι και το πιο επικίνδυνο απ' όλα.
Γιατί, ακόμη και αν δεχθούμε ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση και να είχαμε θα εφάρμοζε μνημόνια, το πιο επικίνδυνο απ' όλα θα ήταν να δεχθούμε ότι αυτά τα μνημόνια εφαρμόζονται γιατί δεν υπάρχει καλύτερος δρόμος. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να σημάνει την απώλεια του κινήτρου για αγώνα και αντίσταση στο νέο μνημόνιο, μιας και το νέο μνημόνιο είναι "ό,τι καλύτερο μπορεί να γίνει".

Βέβαια, το πιθανότερο είναι ότι η έντονη φτωχοποίηση που θα προκαλέσει η εφαρμογή των πρώτων μέτρων, θα πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις στους "από κάτω".
Και ο κόσμος που αντιδρά στο τέλος θα αναζητήσει κάποια πολιτική έκφραση (όπως συνέβη και με το κίνημα των πλατειών του 2011).

Δυστυχώς, το μόνο κοινοβουλευτικό και (άρα μαζικό) κόμμα που δεν έχει ταυτιστεί με την εφαρμογή μνημονίων και εμφανίζει μια ψεύτικη αλλά σταθερή εναντίωση στα μνημόνια δεν είναι άλλο από τη Χρυσή Αυγή.
(Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει και το ΚΚΕ, μόνο που το ΚΚΕ τα τελευταία πέντε χρόνια έχει επιλέξει μία φοβική στάση απέναντι στα αυθόρμητα κινήματα όπως και να μην δίνει άμεσες πολιτικές απαντήσεις στα ερωτήματα που μπαίνουν βίαια από τον κόσμο, παραπέμποντας τα πάντα στο μακρινό μέλλον των ώριμων σοσιαλιστικών συνθηκών.
 Συν, ότι το ΚΚΕ θεωρείται, στα μάτια του κόσμου, αριστερό κόμμα και σε περίπτωση εφαρμογής "αριστερού μνημονίου", η αριστερά στην Ελλάδα (και διεθνώς) θα έχει πληγωθεί ανεπανόρθωτα).

Σε αυτές τις συνθήκες, η απάντηση στο ερώτημα "υπάρχει εναλλακτική;" είναι επιτακτική. Ποιά είναι λοιπόν η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα;

Πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες του ΣΥΡΙΖΑ, σοκαρισμένοι από την μετάλλαξη της κυβέρνησης και μέρους του κόμματους, σπεύδουν να πουν ότι χρειάζεται να "αναθεωρήσουμε τα πάντα". Ότι για το γεγονός ότι φτάσαμε ως εδώ φταίνει διάφορες βεβαιότητες που είχαμε, όπως "η διαπραγμάτευση στα πλαίσια της Ευρωζώνης" ή το ότι "η μετάβαση στη δραχμή δεν ήταν επιλογή".

Πράγματι, κάποιες βεβαιότητες ήταν καταστροφικές.
Αυτό όμως δεν πρέπει να οδηγήσει στην αναθεώρηση των πάντων. Αλλά στην αναθεώρηση των επιλογών που οδήγησαν την κυβέρνηση στην μετάλλαξή της, καθώς και τα θεμέλια τα οποία οδήγησαν σε αυτή την μετάλλαξη, τα κύρια εκ των οποίων περιγράφηκαν παραπάνω.

Επίσης, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι στον πυρήνα του, το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε ποτέ να εκφραστεί κυβερνητικά: το πρόγραμμα της ΔΕΘ, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική απόφαση του συνεδρίου αγνοήθηκαν και δεν βγήκαν ποτέ "στο φως της κυβερνητικής πρακτικής": οι κρατικοποιήσεις τραπεζών και επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, η φορολογία του πλούτου, η αναδιανομή μέσω αυξήσεων, η διάθεση ρήξης που θα απαιτήσει τη στήριξη από τον κόσμο που στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ και ψήφισε "ΟΧΙ", στήριξη που απαιτεί την "μονομερή ταξική οπτική" για να κερδηθεί (δεν γίνεται και να μη ζητάς άδειες από το κανάλι του Μπόμπολα και να και έχεις τον κόσμο μαζί σου) παραμένουν επίκαιρες.

Τα αντίστροφα βήματα από αυτά που ακολούθησε η κυβέρνηση, δηλ. η μη - διαπραγμάτευση με την ΕΕ, η διασφάλιση της πραγματικής δημοκρατίας σε ένα κόμμα, ο ταξικός προσανατολισμός σε βάρος της "εθνικής συνεννόησης" παραμένουν έγκυρα βήματα.

Για να έχουν όμως όλα αυτά τα βήματα νόημα για το σύνολο της αριστεράς, για να μπορέσουν να ξαναποτελέσουν τον πυρήνα της πολιτικής έκφρασης στο μέλλον ή εναλλακτική προοπτική ενάντια στην προοπτική των μνημονίων στο σήμερα, πρέπει η αριστερά να μην "καεί" ως "ακόμη μια μνημονιακή δύναμη" (είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει ο διαχωρισμός ΣΥΡΙΖΑ - υπόλοιπη αριστερά), πρέπει το "There is no alternative" να μην εμπεδωθεί στην κοινωνία.

Για αυτό, πρώτα και κυρίαρχα, πρέπει να γίνει κατανοητό στον κόσμο, ότι η πολιτική που ασκείται αυτή τη στιγμή, δεν είναι αριστερή πολιτική. Ότι δεν είναι ένα αριστερό κόμμα που έφτασε μέχρι εκεί, ούτε το πρόγραμμα του, αλλά η παράβαση του προγράμματος αυτού καθώς και της έννοιας "αριστερό κόμμα" από ένα μέρος του κόμματος αυτού.

Και αυτό, πρώτα και κύρια πρέπει να φροντίσει το αντιμνημονιακό και πλειοψηφικό κομμάτι του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ να το κάνει δημόσια σαφές με κάθε τρόπο: κοινοβουλευτικά, σε επίπεδο κινήματος κ.α.

Monday, June 29, 2015

Τα φοβισμένα ανθρωπάκια


Όταν δεν έχεις κανένα λόγο να ελπίζεις και να ονειρεύσεαι,
έχεις γίνει η σκιά του εαυτού σου.
Πάντα με εκνεύριζαν τα φοβισμένα ανθρωπάκια.

Τα έβλεπες, να λουφάζουν στην ήσυχη γωνιά τους, σχεδόν έξω από τον κόσμο που ζει, αναπνέει, εξελίσσεται, αδιαφορώντας για αυτόν.
Σε κάθε προοπτική διαταραχής της μίζερης κανονικότητας (όχι απαραιτήτως της δικής τους), έβγαιναν έξω, σα σαλιγκάρια μετά από βροχή, και έκρωζαν: "και τί θα γίνει τώρα; πού θα πάμε; τί θα κάνουμε; πώς θα επιβεβιώσουμε; γιατί έγινε αυτό; τί θέλετε; ".

Ήταν εκείνα που σε κάθε πορεία, διαμαρτυρόντουσαν που έκλεινε ο δρόμος και φοβόντουσαν μήπως καεί κανάς κάδος ή σπάσει καμιά τράπεζα. Αλλά που στις επιθέσεις των ΜΑΤ με δακρυγόνα και γκλοπιές ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκαν.

Ήταν αυτά που χλεύαζαν τους φοιτητές που έκαναν συνδικαλισμό. Αλλά που δεν έβγαλαν άχνα όταν αστυνομικοί συνέλαβαν φοιτητές στην Πρυτανεία.

Ήταν αυτά που όταν περνούσε ο Νόμος Διαμαντοπούλου τους ενοχλούσαν οι καταλήψεις.

Ήταν εκείνα που ρωτούσαν συνεχώς τί νόημα έχει η απεργία, τη στιγμή που μειωνόντουσαν οι μισθοί.

Ήταν εκείνα που διαμαρτυρήθηκαν πρώτη φορά όταν η Πρόεδρος της Βουλής παραπονέθηκε για την κλούβα που έκλεινε το δρόμο ή όταν αντεξουσιαστές πλησίασαν το περιστύλιο της Βουλής.
Αλλά όχι όταν καταλύθηκε το άσυλο.

Είναι εκείνα που έχουν πάψει από καιρό να ονειρεύονται.
Που έχουν αποδεχθεί την γκρίζα καθημερινότητα ως μοναδική επιλογή.
Και κάθε χρώμα που διατάραζει το γκρίζο τα κάνει να ανησυχούν.


Είναι αυτά που το να ψηφίσει ο λαός όχι σε νέο μνημόνιο, τα φοβίζει περισσότερο από τα καινούρια μέτρα.
Είναι αυτά που προτιμούν την αργή σίγουρη καταστροφή από μια προσπάθεια για το σταμάτημά της με όχι -και τόσο σίγουρη συνέχεια.

Και δεν μιλάω για τους εργαζόμενους, οικογενειάρχες, μισθωτούς που δείχνουν κάποιον προβληματισμό επειδή επηρρεάζονται (με λάθος τρόπο κατά τη γνώμη μου) από την καλοπροαίρετη σκέψη της επιβίωσης της οικογένειάς τους

Μιλάω για τους έχοντες.
Μιλαω για εκείνους που αντιμετωπίζουν τη ζωή ως μια μοίρα επιβεβλημένη από τρίτους.
Την πολιτική ως τεχνοκρατική διαδικασία.
Και την πιθανότητα της συμμετοχής του λαού στη διαμόρφωση του μελλοντος ως καταστροφή.
Πάντα τέτοιοι ήταν οι πιο φοβισμένοι.


Την Κυριακή θα ψηφίσω "ΟΧΙ".
Θα είμαι ειλικρινής. Δεν θα το παίξω "ήρωας".
Δεν πεινάω.
Μα ούτε και φοβάμαι.

Θα ψηφίσω "ΟΧΙ" γιατί οι  αγώνες, αυτοί που τα φοβισμένα ανθρωπάκια και τα παπαγαλάκια πολλές φορές επικαλούνται και λένε ότι "σέβονται" όταν μιλάνε για "δημοκρατία" -αντιμετωπίζοντας τους βέβαια ως απαρχαιωμένα μνημεία, ως αξιοθέατα του παρελθόντος- παραμένουν ζωντανοί  και επίκαιροι μέχρι και σήμερα.

Και εκείνοι οι αγώνες, οι συγκλονιστικοί αγώνες που μας έχουν χαρίσει δυο - τρεις ελευθερίες που επιβιώνουν μέχρι και  σήμερα  (ναι, αυτοί μας τις χάρισαν, δεν χαρίστηκαν μόνες τους) επιτάσσουν την προοπτική για ένα ανεξέλεγκτο ταξίδι με πιθανό προορισμό έναν καλύτερο κόσμο και όχι το λούφαγμα και το κούρνιασμα στην βέβαιη προοδευτική καταστροφή της χώρας.

Δεν φοβάμαι λοιπόν, γιατί αν όλοι εκείνοι που αγωνίστηκαν στο παρελθόν είχαν φοβηθεί,
τώρα δεν θα είχα κατι για να φοβάμαι.

Δεν φοβάμαι γιατί στο δίλημμα "ζωή ή επιβίωση" έχω διαλέξει το πρώτο.

Thursday, June 25, 2015

Για μία διαλεκτική προσέγγιση της καλυτέρευσης των ζωών μας




Ο γενικός δρόμος προς την γενική απελευθέρωση για να είναι
γενικά καλύτερα από γενικά χειρότερα. Γενικώς μιλώντας.

Στην, καθομολουγωμένως, ενδιαφέρουσα συνάντηση της ψυχολογίας με την αριστερά, ένα κομμάτι διανοουμένων επηρρεασμένο από την λακανική προσέγγιση, χρησιμοποιεί το εργαλείο της ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης προκειμένου να τεκμηριώσει την απάντηση  στο ερώτημα του γιατί "οι προλετάριοι στρέφονται ενάντια στο ιστορικό συμφέρον τους", δηλαδή στην απελευθέρωση της τάξης τους και στην μετάβαση στο σοσιαλισμό (το τι ακριβώς εννοεί ο καθένας με αυτό είναι άλλο θέμα).

Με πιο απλά λόγια δηλαδή, διερευνάται το ποιοί είναι οι ψυχολογικοί λόγοι για τους οποίους οι εργαζόμενοι δεν στρατεύονται στην υπόθεση του σοσιαλισμού και συνεχίζουν να υφίστανται ένα καθεστώς εκμετάλλευσης, ψηφίζοντας για παράδειγμα αστικά κόμματα κ.α.α

Αν και δεν τάσσομαι υπέρ της ανάλυσης κοινωνικών φαινομένων με ψυχολογικούς όρους, πόσω μάλλον όταν αυτοί σχετίζονται τόσο πολύ με το άτομο αυτό καθαυτό, ισχύει το εξής:

η ζωή είναι, αντικειμενικά, δύσκολη. Η καλυτέρευσή της, σε κάθε επίπεδο, από μικρά πράγματα της καθημερινότητας μέχρι τα μεγαλύτερα (που προφανώς είναι διαλεκτικά αλληλένδετα) είναι μια εξελιτική πορεία, που γίνεται βήμα το βήμα.

Η πορεία αυτή και τα βήματά της δεν προκύπτουν κάπως αλλιώς πέρα από τις συνεχείς συγκρούσεις του υπαρκτού με το επιθυμητό (όπως "επιτάσσει" και η διαλεκτική):  της κατάστασης που βρισκόμαστε με την κατάσταση στην οποία επιθυμούμε να φτάσουμε. Η δυναμική που δημιουργείται μέσα από τις παραπάνω αντιφάσεις, είναι αυτή που ωθεί τη συγκεκριμένη πορεία τη συγκεκριμένη διαδρομή. Χρησιμοποιώντας ένα "πεζό" παράδεγιμα, μία αύξηση μισθού σε έναν κλάδο εργαζομένων προέρχεται από τη σύγκρουση που προκύπτει από τους αγώνες εκείνων των εργαζομένων που πρώτα και κύρια επιθυμούν μεγαλύτερο μισθό, με την κατάσταση στην οποία παίρνουν συγκεκριμένο μισθό και αυτούς τους οποίους τη διατηρούν.

Είναι προφανές ότι για να ξεκινήσει και να συνεχιστεί μια τέτοια πορεία, μια πορεία της κοινωνίας και του κάθε ατόμου ταυτόχρονα, έναν σημαντικό παίζουν οι ενέργειες του κάθε ατόμου, μιας και η κοινωνία δεν είναι τίποτα άλλο από ένα οργανωμένο σύνολο ατόμων.

Εχει τεράστια σημασία λοιπόν, η αγωνία του καθενός για την καλυτέρευση της ζωής σε κάθε επίπεδο: έχει σημασία η μη - υποταγή στα κυρίαρχα πρότυπα, έχει σημασία η απόρριψη ενός βίαια "δοσμένου ρεαλισμού", η απόρριψη της εμπέδωσης της ανικανότητας του (μας) για κάτι διαφορετικό.
Έχει σημασία η απόρριψη της ήδη υπάρχουσας κατάστασης ως μοναδικού και αναγκαίου δρόμου, είτε μιλάμε για το οικονομικό σύστημα, είτε μιλάμε για τις συνθήκες εργασίες, είτε μιλάμε για μία φιλική ή ερωτική σχέση.

Προφανώς αν δεν πιστέψεις ότι κάτι δεν είναι εφικτό, αν δεν κινητοποιηθείς για αυτό το κάτι, τότε αυτό το κάτι δεν πρόκειται να γίνει. Τότε δεν θα δημιουργηθούν εκείνες οι δύο καταστάσεις και η μεταξύ τους αντίφαση, δεν θα υπάρξει καν η δυναμική μιας οποιαδήποτε "αλλαγής". Η αποδοχή δηλαδή μιας οποιαδήποτε δυσάρεστης κατάστασης ως "αντικειμενική πραγματικότητα", η αναπαραγωγή της νοοτροπίας "έτσι έχουν τα πράγματα, τί να κάνουμε;" οδηγεί ακριβώς στην ανυπαρξία καλύτερης προοπτικής.

[Κενή παράγραφος για εισαγωγή επιχειρημάτων υπεράσπισης της συμφωνίας]

Όπως λένε άλλωστε, για να πετύχεις το εφικτό, πρέπει να ονειρευτείς το ανέφικτο.

Φτηνά Τσιγάρα: μια προσπάθεια ανάλυσης

Ανεξαρτήτως της πορείας διαπραγματεύσεων και πολιτικών εξελίξεων, μιας
και καλοκαίριασε (και ταιριάζει), μια προσπάθεια ανάλυσης - εξήγησης σε όσους
εκείνους έχουν δει την ταινία του Χαραλαμπίδη και αμφισβητούν
ή αμφιβάλλουν για την ποιότητά της (ή και για την ίδια την ιστορία της).
ΠΡΟΣΟΧΗ: AKOΛΟΥΘΕΙ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ
(ΣΣ.: ΕΝΝΟΕΙ SPOILERS)

Στιγμές. Και γόπες. Σβησμένα αποτσίγαρα που "αποθηκεύουν" τις στιγμές. Γόπες - αναμνήσεις στιγμών που πέρασαν. 

Συλλογή γοπών. Συλλογή στιγμών από τον καφετζή της ταινίας, και περιγραφή τους από τον σκηνοθέτη της.

Φτηνά Τσιγάρα.

Μία ταινία που περιγράφει μια διαδρομή. Τη διαδρομή της αγάπης, του έρωτα γενικώς.  Και τη διαδρομή μιας σχέσης μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας ειδικώς.


Μέσα από μια  γνωριμία ενός άντρα και μιας γυναίκας και την εξέλιξη αυτής ως κύριο "ελατήριο" της ταινίας, καθώς και την ύπαρξη και τους διαλόγους των δευτερευόντων χαρακτήρων, ο Ρένος Χαραλαμπίδης μας δίνει τη δικιά του ματιά, για διάφορες πτυχές και μορφές μιας ερωτικής σχέσης ή των ερωτικών σχέσεων γενικότερα.

Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τις αλλαγές σκηνών, τα χρονικά άλματα, για να ξετυλίξει ένα κουβάρι, να αφηγηθεί μία ιστορία, που στην πραγματικότητα, δεν είναι μία αλλά πολλές: η ιστορία του έρωτα, της ερωτικής σχέσης και ο τρόπος με τον οποίο την προσεγγίζουν διάφοροι τύποι ανθρώπων.

Κύρια έννοια της ταινίας και της αφήγησης, δεν είναι άλλη από αυτή της αναζήτησης: η αναζήτηση της άμεσης απόλαυσης μέσω της αυτοϊκανοποίησης (όπως περιγράφεται από τον χαρακτήρα που παίζει ο Τσάκωνας σε σκηνή στο καφέ), η  αναζήτηση του πάθους και της ικανοποίησης της της αυτοεκτίμησης (από τη γυναίκα ενός ζευγαριού που τα "φτιάχνει" με τον γυμναστή της Τέλη που την αποκαλεί "μουνάρα") η αναζήτηση  της ανάμνησης του παρελθοντικού και πλέον εξιδανικευμένου μαθητικού έρωτα (η "Βασούλα" που ψάχνει ο Μανώλης με τη ντουντούκα στο μπαλκόνι του, που αν και πλέον παχύσαρκη και μη - επυθυμητή, έχει χαρακτεί ανεξίτηλα στην μνήμη του).
Και τέλος, η πιο σκληρή και δύσκολη αναζήτηση, η κύρια υπόθεση της ταινίας: η αναζήτηση της πρωταγωνίστριας από τον πρωταγωνιστή, που δεν είναι τίποτα άλλο από την αέναη αναζήτηση του έρωτα, της σύναψης μιας ερωτικής σχέσης.

Η ταινία ξεκινάει με μία ανεκπλήρωτη επιθυμία: την ανεκπλήρωτη επιθυμία του Νίκου (Ρένος Χαραλαμπίδης) που απευθύνεται τη Σοφία (Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους), την ανεκπλήρωτη επιθυμία ενός οποιουδήποτε άντρα προς μια γυναίκα ,"πως θα 'θελε τόσο πολύ να την εντυπωσιάσει".
Συνεχίζει με μια παραδοχή: "ότι η μοναδική τους συνάντηση ήταν ξαφνική και σύντομη, σαν μια μπόρα"

Πράγματι, στη συνέχεια, περιγράφεται η πρώτη συνάντηση του Νίκου με τη Σοφία: δυο διπλανά καρτοτηλέφωνα στα οποία βρίσκονται ο καθένας για τους δικούς του λόγους και η προσέγγιση της Σοφίας από το Νίκο. Ο Νίκος, καλώντας το καρτοτηλέφωνο της Σοφίας από το δικό του, θέτει στη Σοφία ένα φανταστικό πρόβλημα: την μεταφέρει σε ένα υποθετικό μέλλον, στο οποίο η Σοφία όντας παντρεμένη, αμφισβητεί την πορεία της ζωής της και τις μέχρι τότε επιλογές της. "Και αν", της λέει, "αναρωτηθείς τότε αν εκείνος ο  τύπος στο καρτοτηλέφωνο που του είπες όχι ήταν ο άντρας της ζωής σου;"
"Άσε με να αποδείξω πως δεν είμαι αυτός", της λέει, καταστρέφοντάς απότοτομα ένα εξειδανικευμένο αλλά πολύ συνηθισμένο σενάριο, που δημιουργούν όλοι οι άνθρωποι όταν συνηθίζουν να αναπολούν το παρελθόν και όλα όσα εκείνα τελικά δεν τόλμησαν.
Τα Φτηνά Τσιγάρα μας μπάζουν γρήφορα στα βαθιά, παρουσιάζοντας ένα "φιλοσοφικό ζήτημα",  από τα πολλά με τα οποία καταπιάνεται η χαρακτηρισμένη -λαθεμένα- από πολλούς "αστεία" ή "cult" ταινία.

Η ανάγκη της Σοφίας για ένα τηλεφώνημα και η πρόταση του Νίκου "για ανταλλαγή λίγων μονάδων με μια βόλτα μέχρι το επόμενο καρτοτηλέφωνο" κάνει τη γνωριμία τους να έχει συνέχεια.

Η οποία γνωριμία, μέσα από μια νυχτερινή βόλτα στο άδειο κέντρο της Αθήνας, περιγράφεται στην ταινία με διαλείμματα: τα διαλείμματά αυτά ασχολούνται με το καφέ στο οποίο συχνάζει ο Νίκος και τους θαμώνες του ή τη σχέση του Νίκου με έναν περίεργο κακοποιό, ονόματι Μιχάλη, και τις "παρέες του" (πουτάνες και μαφιόζοι).

Μέσα από την παράθεση καρικατούρων, ο Χαραλαμπίδης παρουσιάζει ουσιαστικά καθημερινές καταστάσεις, απόψεις και ενέργειες ανθρώπων (πολλές φορές και του ίδιου ανθρώπου) σε σχέση με τον έρωτα. Η αναζήτηση για μία "επιφανειακή" σχέση, η "άρνηση της ερωτικής επιθυμίας για χάρη της φιλοσοφίας" οι "άτσαλες" προσπάθειες ενός άνδρα να προσεγγίσει μια γυναίκα μέσω τηλεφώνου, οι επευφημίες, οι συμβουλές, η κριτική των τρίτων.

Παράλληλα, η γνωριμία του Νίκου και της Σοφίας εξελίσσεται στη διάρκεια μιας νύχτας.
Η γνωριμία τους περνάει από όλα εκείνα τα στάδια της πρώτης γνωριμίας ενός άνδρα με μία γυναίκα: οι πρώτες προσπάθειες του άνδρα ώστε να έρθουν πιο κοντά συναντούν την υπεροψία και τις ψυχρές αντιδράσεις μιας αρχικά "αδιάφορης" γυναίκας (η οποία όπως αναφέρεται και στην αρχή, είναι ήδη σε σχέση). Τα πρώτα "ανοίγματα" της καρδιάς του ζευγαριού, ο πρώτος τσακωμός, το πρώτο περπάτημα δίπλα - δίπλα, κάνουν όλα την εμφάνισή τους.

Η γνωριμία τους κορυφώνεται το ξημέρωμα σε μια καντίνα στον Λυκαβηττό, όπου η Σοφία κλείνει τα μάτια του Νίκου, απλώνεται σιωπή, ο ένας ψηλαφίζει τον άλλο (σωματικά και ψυχικά), με τα πρόσωπά τους να ακουμπούν, στην πιο τρυφερή και "εσωτερική" στιγμή του ζευγαριού.

Το ξημέρωμα σηματοδοτεί το τέλος της νύχτας, το τέλος της γνωριμίας.
Σαν μια πολύ φυσιολογική συνέχεια, η Σοφία αναρωτιέται "πώς θα χωρίσουμε;":  πράγμα που αναφέρεται αφενός στον φυσικό αποχωρισμό (δηλ. στο τέλος της νυχτερινής τους βόλτας) και αφετέρου -νομίζω- στον χωρισμό του συγκεκριμένου  (ή γενικά ενός οποιοδήποτε) ζευγαριού.
Ο Νίκος της απαντά "όπως συναντηθήκαμε". Όπως άλλωστε συμβαίνει και με όλες τις σχέσεις, αν το καλοσκεφτεί κανείς. Εκείνη απομακρύνεται. Πριν χαθεί, ο Νίκος της εκμυστηρεύεται φωναχτά ότι "εκείνη την πέτρα που είχε ονειρευτεί" (κάτι που της είχε αποκαλύψει στην αρχή της γνωριμίας του), ξέρει πλέον "ότι την ονειρεύτηκε για να της τη χαρίσει"

Η ατάκα του Νίκου έρχεται να προϊδεάσει μία σφοδρή ανατροπή στο φυσιολογικό "τέλος" της γνωριμίας του: τοποθετεί τη Σοφία στη σφαίρα του πεπρωμένου, την εξυψώνει και χαρακτηρίζει τη γνωριμία τους σαν μία όχι τόσο απλή γνωριμία.
Σηματοδοτεί έτσι τη σημασία της γνωριμίας του για αυτόν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι για αυτόν το κεφάλαιο "Σοφία" δεν κλείνει εκεί. Παρόλα αυτά, το άτομο Σοφία έχει ήδη χαθεί.

Η συνέχεια της ταινίας είναι μάλλον ο κύριος λόγος που κάνει πολλούς να την καταδικάσουν ως "ασυνάρτητη": ο Νίκος συνεχίζει να περιφέρεται στο καφέ και στο σπίτι του φίλου του του Μιχάλη, ανάμεσα σε περίεργους χαρακτήρες, περίεργες ατάκες, και πουτάνες, ώσπου να ξανασυναντήσει τη Σοφία και η ταινία να τελειώσει με ένα φιλί.

Τί συμβαίνει αλήθεια; Τελικά ο Νίκος και η Σοφία ξανασυναντήθηκαν; Πώς; Και γιατί είχαν πει ότι χωρίζουν;

Κλειδί στο να δοθεί απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι η χρονική "τακτοποίηση" των γεγονότων" που εξιστορούνται στην ταινία. Όπως έγραψα και στην αρχή, ο Χαραλαμπίδης παίζει με το χρόνο: τα γεγονότα που περιγράφονται δεν έχουν συμβεί με τη σειρά που εμφανίζονται στην ταινία. Η ιστορία κάνει συνεχή άλματα μπροστά και πίσω στον χρόνο.

Ο παρατηρητικός θεατής εξαρχής θα παρατηρήσει ότι η εισαγωγή της ταινίας, τοποθετείται πιθανά στο "τέλος της ιστορίας": ο Νίκος ως αφηγητής αναφέρει ότι η μοναδική συνάντησή του με  τη Σοφία ήταν σύντομη. Η συνάντηση και η εξιστόρηση του τί έγινε ακολουθεί την εισαγωγή, αλλά όπως αναφέρεται στην αρχή ήταν μοναδική και σύντομη, πράγμα που πιθανώς σημαίνει ότι τα πάντα συνέβησαν σε μία και μοναδική νύχτα.
Παρόλα αυτά, οι σκηνές που εκτελίσσονται στο καφενείο ή στο σπίτι του Μανώλη, οι συναντήσεις του Νίκου με τους μαφιόζους - εκβιαστές του Μανώλη (τρεις στο σύνολο) κάνουν φανερό ότι τα γεγονότα της ταινίες αφορούν  περισσότερες από μία μέρες.

Άρα από τη στιγμή της γνωριμίας μέχρι το ξημέρωμα  στον Λυκαβητό και τον αποχωρισμό του ζευγαριού, περιγράφονται παραπάνω από μία μέρες, αλλά αποσπάσματα από μία και μοναδική νύχτα: τη νύχτα που ο Νίκος γνώρισε τη Σοφία.

Και μετά; Τί γίνεται μετά;

Την απάντηση δίνουν διάφορες, φαινομενικά αδιάφορες, σκηνές, που με την πρώτη ματιά μπορεί να αντιμετωπιστούν ως απλές λεπτομέρειες, άσχετες με την κυρίως ιστορία της ταινίας.

Η πρώτη είναι η συζήτηση του Νίκου με έναν μποξέρ, οπαδό του Μωχάμεντ - Άλι. Ο μποξέρ του εξηγεί ότι το να "παλεύεις είναι σα να χορεύεις". Αμέσως μετά βλέπουμε το Νίκο στο διαμέρισμά του, σε αρμονικές εναλλαγές μεταξύ μποξ και πιρουετών, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του μποξέρ.

Η δεύτερη είναι η συνάντηση του Νίκου με τον καφετζή που συλλέγει "σβησμένες γόπες"και η αναφορά του σε μια γόπα που του είχε δώσει μια γυναίκα αφού την είχε καπνίσει κατά τη γνωριμία της με έναν άντρα. Η χειρονομία αυτή είχε ως αντάλλαγμα μια υπόσχεση από μεριάς του η οποία αφορούσε στο Νίκο. Ο καφετζής απαγγέλει την εισαγωγή του "Μέγα Ανατολικού" (αυτή ήταν η υπόσχεση που είχε δώσει στη γυναίκα), μυθιστόρημα τον τίτλο του οποίου είχε αναφέρει ο Νίκος ως το όνομά του, κατά τη διάρκεια της γνωριμίας του με τη Σοφία ("Για σένα και γι'απόψε, Μέγας Ανατολικός").

Μετά την απαγγελία, η Σοφία εμφανίζεται στο καφέ. Τα βλέμμα του Νίκου και της Σοφίας συναντιούνται. Η Σοφία χαμογελά και η σκηνή αλλάζει, αφήνοντας εσκεμμένα τον θεατή να απορεί για το τί ακολούθησε μετά την εμφάνιση της Σοφίας.

Στην επόμενη σκηνή, ο Νίκος εμφανίζεται ιδιαίτερα σκεφτικός στο σκοτεινό δωμάτιό του. Σκεφτικός και μάλλον μελαγχολικός. Αναπολεί, καπνίζει, μελαγχολεί, τρίβει το μέτωπό του, σκύβει το κεφάλι.

Με σκυφτό το κεφάλι εμφανίζεται σε ένα τρόλλεη γεμάτο χρυσόψαρα σε σακούλες με νερό που κρέμονται από τα χερούλια και περιστέρια που φτερουγίζουν.
 Ο Νίκος αφηγείται πως "μέσα από τα φτερουγίσματα θα έρθεις εσύ".Το τρόλλεη κάνει στάση σε μια στάση που περιμένει η Σοφία.
Η Σοφία ανεβαίνει, μέσα από τα περιστέρια που φτερουγίζουν, και καταφέρνει να σμίξει με το Νίκο που βρίσκεται μέσα.
Φιλιούνται με το που σμίξουν και ύστερα πέφτουν οι τίτλοι τέλους υπό το υπέροχο soundtrack της ταινίας.
Happy end. Ή μήπως όχι;

Ο πεζός θεατής θα θεωρήσει πως ό,τι συμβαίνει στην ταινία είναι παράλογο και θα βλαστημίσει για τον χρόνο που έχασε. Κάποιοι (συμπεριλαμβανομένου και εμού) μπορεί να έχουν διαφορετική γνώμη, θεωρώντας την ταινία ένα από τα αριστουργήματα του ελληνικού κινηματογράφου.

Κατά τη γνώμη μου, με τον τρόπο εξέλιξης της ταινίας, ο σκηνοθέτης αφήνει το τέλος μετέωρο, μιας και οι ερμηνείες που μπορούν να δοθούν είναι τρεις.

Αρχικά ας τοποθετήσουμε για για τελευταία φορά λεπτομερώς τις σκηνές σύμφωνα με την χρονική εξέλιξή τους: Ο Νίκος γνωρίζει τη Σοφία μια νύχτα. Η νύχτα εκείνη περνάει και αποχωρίζονται.
 Πριν ή μετά από αυτή τη νύχτα ο Νίκος περιφέρεται ανάμεσα σε καφέ, στο σπίτι του Μανώλη και συναντά περίεργους χαρακτήρες: αυτή άλλωστε είναι και η ζωή του εκτός Σοφίας. Μετά από αυτή τη νύχτα, περνούν κάποιες μέρες, όμοιες με τις προηγούμενες.
Η Σοφία ξανασυναντάει τον Νίκο στο καφέ. Ώς εδώ τα πράγματα είναι απλά και εύπεπτα.

Το τί ακολουθεί όμως είναι αυτό που είναι μετέωρο και αφήνεται -κατά τη γνώμη μου- στην κρίση του θεατή:

Η πρώτη ερμηνεία είναι ότι η δεύτερη συνάντηση του Νίκου με τη Σοφία, εκείνη στο καφέ, δεν εξελίχθηκε καλά - ενδεχομένως και να μη συνέβη καν. Το πλέον σίγουρο είναι ότι ποτέ ο Νίκος δεν συνάντησε τη Σοφία με το τρόλλεη.

Όλο αυτό δεν ήταν παρά τίποτα άλλο από προϊόν των σκέψεων που έκανε στο σκοτεινό δωμάτιο προς το τέλος της ταινίας. Ήταν η επιθυμία του, η ευχή του για το πώς θα έπρεπε να εξελιχθεί εκείνη η γνωριμία, η οποία κορυφώνεται στο φιλί που ποτέ δεν έδωσαν την νύχτα της γνωριμίας τους. Είναι η φαντασίωση που προκύπτει από το το απωθημένο, η μη ανεκπλήρωτη επιθυμία "να την εντυπωσιάσει". Στην πραγματικότητα όμως εκείνη τη μοναδική νύχτα δεν ακολούθησε καμία συνέχεια: η γνωριμία τους περιορίστηκε σε μια μοναδική  βόλτα, ξαφνική και σύντομη σαν μια μπόρα όπως παραδέχεται και ο ίδιος στην αρχή της ταινίας. Και γιατί να γινόταν διαφορετικά; Η Σοφία άλλωστε "τα είχε" με το συγγραφέα Λαέρτη.

Η δεύτερη ερμηνεία είναι ότι κατά τη δεύτερη συνάντησή τους στο καφέ, ο Νίκος και η Σοφία έδωσαν ένα επόμενο ραντεβού (ή ίσως και δεν έδωσαν).
Ο Νίκος μετά την γνωριμία τους, "πάλεψε", "προσπάθησε", προκειμένου να την ξανασυναντήσει, να την εντυπωσιάσει (αφού δεν πρόλαβε στην πρώτη τους συνάντηση που ήταν σύντομη σαν μια μπόρα) όπως υποδεικνύει η σκηνή που "χορεύει και παλεύει" στο δωμάτιό του. Σκεπτόμενος πολλή ώρα στο σκοτεινό δωμάτιο, ακολούθησε αυτό που του είχε πει ο Μανώλης  στην αρχή της ταινίας.
"Ο δρόμος της υπερβολής που οδηγεί, ξέρεις; Στο παλάτι της Σοφίας" (το σ με κεφαλαίο, όχι τυχαία). Έτσι, βαδίζοντας σε αυτό το δρόμο, είτε έχοντας δώσει ραντεβού με τη Σοφία στη συνάντησή τους στο καφέ είτε χωρίς, έστησε ένα υπερβολικό σκηνικό (το τρόλλεη με τα χρυσόψαρα και τα πουλιά). Όπως φάνηκε από την προοικονομία, η Σοφία "εντυπωσιάστηκε"  και ο Νίκος κατάφερε να οδηγηθεί στο "παλάτι της", γευόμενος τα χείλη της.


Μία τρίτη ερμηνεία, παρακινδυνευμένη και προτεινόμενη κυρίως σε πεζούς, ρεαλιστές ή και απαισιόδοξους, είναι ότι τίποτα από τα περισσότερα που αναφέρονται στην ταινία δε συνέβη στην πραγματικότητα.
Ότι πολύ απλά, η πραγματικότητα ήταν πολύ πιο σκληρή. Ότι ο Νίκος όντως περιφέρεται ανάμεσα σε καφέ και στο σπίτι του φίλου του Μανώλη, συναντώντας περίεργους χαρακτήρες. Ότι συνάντησε τη Σοφία μια νύχτα στο καρτοτηλέφωνο και της πρότεινε να τον ακολουθήσει μέχρι το επόμενο. Ότι εκείνη τον ακολούθησε, έμαθε ότι η τηλεκάρτα του Νίκου δεν είχε μονάδες, και χάθηκε, όπως ακριβώς προέβλεπε και η αρχική τους συμφωνία, αρνούμενη την πρόταση του Νίκου να πάνε για έναν καφέ."Ότι δεν πρόλαβε καν να αρχίσει, δεν πρόλαβε να της αποκαλύψει την πραγματική του ιδιότητα". Και ότι οτιδήποτε ακολούθησε, η εξέλιξη της νύχτας, η επόμενη συνάντησή τους, το τρόλλεη, είναι προϊόν της φαντασίας του. Μια ευχάριστη αλλά υποθετική εξέλιξη που σκέφτηκε μόνος στο σκοτεινό δωμάτιό του στο τέλος της ταινίας.

Αυτά είναι λοιπόν τα Φτηνά Τσιγάρα: μία ταινία που προσπαθεί αγγίξει το θέμα του έρωτα, από κάθε πτυχή του. Από τη πτυχή της αναζήτησης, της γνωριμίας, του χωρισμού, της όλης  διαδρομής μέχρι και της αποστροφής του ("δε θέλω να γαμήσω!" φωνάζει ο Μανώλης προς το τέλος της ταινίας). Εξ'ου και η διαχρονικότητά της και η αποδοχή της, ανεξαρτήτως διάθεσης και κατάστασης του καθενός.

Μιά ταινία κατά τη διάρκεια της οποίας ο χρόνος φαίνεται να κυλάει χωρίς να συμβαίνει το ιδιαίτερα σημαντικό.

Μιά συλλογή όμορφων στιγμών, συχνά ονειροποιημένων. 

Μιά ταινία με κύριο προβληματισμό τον έρωτα, σε έναν "ελαφρύ" κόσμο "έξω" από τον δικό μας πραγματικό κόσμο των αγχών, των υποχρέωσεων, της φτώχειας και της δυστυχίας: μία ταινία που μας υπενθυμίζει ότι δεν τολμήσαμε όσα θέλαμε, μιά ταινία που επαναφέρει την έννοια του ρομαντισμού, μία ταινία που μας κάνει να αφαιρεθούμε από τα προβλήματά μας.
Και που δεν παύει να μας υπενθυμίζει εκνευριστικά με κάθε θέασή της ότι ο πάλαι ποτέ ρομαντικός σκηνοθέτης της που σύμφωνα με την υπόθεση της ταινίας είναι άνεργος αλλά κατοικεί σε ρετιρέ στην Ακρόπολη, ήταν, κάμποσα χρόνια μετά τα γυρίσματα, υποψήφιος με τη Νέα Δημοκρατία και προσωπικός φίλος του Αντώνη Σαμαρά.





Monday, January 12, 2015

Êtes-vous Charlie?

Απ'το "Charlie" στο "Charlatan",μισό τσιγάρο δρόμος.

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν φουσκωτοί κουστουμάτοι, και οι χοντρές φλέβες στα λαρύγγια τους πάλλονται, έτοιμες να σκίσουν το λαιμό τους, ενώ τα στρογυλλά πρόσωπά τους γίνονται κατακόκκινα. 

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν οι χορτάτοι, καθώς στρογυλλοκάθονται γύρω από πλουσιοπάροχα τραπέζια, και σάλια ανάμεικτα με ψίχουλα πετάγονται από τα στόματά τους, ενώ τα λίπη των φουσκομένων κοιλιών τους ξεχειλίζουν πάνω από τις ξεσφιγμένες ζώνες τους.

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν καλοντυμένοι γραφιάδες πάνω από το γραφείο τους, καθώς ζυγίζουν τσουβάλια χρημάτων στη χρυσή τους ζυγαριά, προκειμένου να αποφασίσουν ποιο κόμμα είναι πραγματικά το κατάλληλο για να σώσει τη χώρα.

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν άνθρωποι πίσω από τις κάμερες ξανά και ξανά, ενώ το μακιγιάζ τρέχει στο μέτωπό τους, καθώς λιώνει από τα έντονα φώτα των στούντιο των μεγάλων καναλιών, λίγα δευτερόλεπτα πριν βγουν στον αέρα να καταδικάσουν για την κατάντια της πολιτισμένης Δύσης εκείνους τους οποίους τολμούν και κατοικούν σε χώρες που η πολιτισμένη Δύση επενέβη στρατιωτικά.

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν μέσα από τα μικρόφωνα, πάνω σε κοντά ή ψηλά βήματα, εκείνοι που αποφασίζουν για την μοίρα του τόπου, λίγο πριν υπογράψουν  νομοσχέδια για τον περιορισμό διαδηλώσεων, την απαγόρευση των απεργιών και άλλων βημάτων αναγκαίων για "την διασφάλιση της τάξης και της ασφάλειας".

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν εκείνοι που φοράνε μπλε στολές, αφού τελείωσουν την μπαταρία από το tazer που χρησιμοποίησαν για να τιμωρήσουν 35 άτομα που τόλμησαν να κολλήσουν την άποψή τους πάνω σε δημόσιο τοίχο.

"Je Suis Charlie!" φωνάζουν οι επιβάτες υπερπολυτελών ιδιωτικών πλεούμενων, ενώ τρίβουν την ερεθισμένη κόκκινη μύτη τους, καθώς οι υπηρέτριές τους τους ετοιμάζουν την επόμενη "γραμμή", και οι μούτσοι στο κατάστρωμα αλλάζουν την σημαία με κάποια που να ταιριάζει στα χωρικά ύδατα.





"Je Suis Charlie!" ακούγεται από χιλιόμετρα μακριά, στις χώρες που ο ήλιος καίει ανεπανόρθωτα το δέρμα, αλλά καλύπτεται από τις ριπές των πυροβόλων όπλων και τους ήχους των βομβαρδισμών.
"Je Suis Charlie!" ακούγεται από χιλιόμετρα μακριά, αλλά εκεί το μόνο που ακούγεται είναι κραυγές απόγνωσης και θανάτου.

Η ελευθερία του λόγου πεθαίνει καθημερινά σε κάθε γωνιά της γης · "Je Suis Charlie!" φωνάζουν οι φονιάδες της.