Saturday, November 29, 2014

Για όλους αυτούς που απόψε δεν κοιμούνται





Για τους πρόσφυγες,
που φυλακίστηκαν σ' ένα μικρό κομμάτι γης, στο πιο κεντρικό σημείο, μιας πόλης ρημαγμένης απ' τη κρίση τους

και τα παιδιά που δεν πρόλαβαν καν να γνωρίσουν ένα τόπο,

αλλά τουλάχιστον γεννήθηκαν με τη γεύση του ανυπόταχτου αγώνα.


Για το Νίκο Ρωμανό,

που φυλακίστηκε στο νεαρό της ηλικίας του,
σε μια ζωή που της αφαιρέθηκε η νιότη,
σε μια ζωή χωρίς ζωή,

σ' ένα κλειστό, λευκό δωμάτιο, νοσοκομείου - φυλακής,

υψώνοντας, μ'όση δύναμη του απέμεινε, τη γροθιά του,

αδύνατος μα τόσο δυνατός συνάμα.

Για τις καθαρίστριες,
που φυλακίστηκαν σε μια σκηνή, έξω από κάποιο εξευτελισμένο υπουργείο,
σε μια ζωή χωρίς δουλειά, σε μια ζωή χωρίς ζωή,

μέρες, μήνες, να τα μετρήσεις πια δεν έχει σημασία,

 που τις συνηθίσαμε, να στέκονται πάντα, δίπλα στο πλευρό όποιου τολμήσει να παλέψει.

Για κείνους που φυλακίστηκαν και φυλακίζονται καθημερινά,
 σε έναν μαραθώνιο επιβίωσης, σε ένα γραφείο, σε δυο άδειες τσέπες, σε ένα ασφυκτικά  μικρό δωμάτιο, σε μια κούτα στο δρόμο, σε μια ντουλάπα, σε μια φορετή προσωπικότητα, σε μια επιβεβλημένη μάσκα, σ' ένα κουφάρι άδειο από συναισθήματα, σε ένα σιωπηλό νεύσιμο του προσώπου στις προσταγές των κυρίαρχων, σε πραγματικά ή νοητά κελιά,

γιατί φοβήθηκαν,

γιατί απελπίστηκαν  ή

γιατί απλά "έτυχε".


Για τις στιγμές, τις μέρες, τους μήνες, που περνάνε, και αυτή η βαρβαρότητα επιβιώνει,

για τα χρόνια, τους αίωνες που περνάνε χωρίς να τους ανατρέψουμε.


Ας αγωνιστούμε,

αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι.

Και,"αν καούμε, ας καούν μαζί μας".

Tuesday, October 21, 2014

Τα τρία επίπεδα της πραγματικότητας


...και η ασφυκτική τους πίεση

Πρώτα πρώτα, το άγχος στη δουλειά. Αν θα έρθει η πληρωμή, αν θα γίνει η αξιολόγηση, αν θα υπάρξει απόλυση. Αν θα μπορέσεις να πληρώσεις τα φροντιστήρια των παιδιών, αν θα μπορέσεις να πληρώσεις τους λογαριασμούς, τον ΕΝΦΙΑ, αν θα κρατήσεις το σπίτι σου. Αν θα καταφέρεις να κρατήσεις την οικογένειά σου, αν θα χωρίσεις.

Αν θα μπορέσεις να βρεις δουλειά. Τί στο διάολο θα κάνεις με τη ζωή σου, αν θα κάτσεις εδώ, αν θα φύγεις αλλού, αν θα δουλέψεις με 400 και 300 ευρώ, αν θα σε κρατήσουν παραπάνω από 5 μήνες. Αν θα επενδύσεις σε κάτι ποτέ, αν θα ονειρευτείς, αν θα συνεχίσεις να ζεις με το άγχος. Και πώς μπορείς να το αποβάλλεις;

Αν θα τα καταφέρεις να ξαναβρείς σπίτι. Αν θα καταφέρεις να επιβιώσεις το επόμενο βράδυ. Αν κάποιος απ' όλους αυτούς που περνάν' από μπροστά σου σου δώσει επιτέλους 50 λεπτά μπας και πάρεις κανά κουλούρι να αντέξεις τουλάχιστον για τις επόμενες ώρες.

Μετά, είναι και η συνέλευση στο σωματείο. Οι λίγοι άνθρωποι που έρχονται, οι απορίες, εκείνοι που δεν αναφέρουν καν τη λέξη αξιολόγηση ή μνημόνιο, εκείνοι που δε νοιάζονται, εκείνοι που προσπαθούν αλλά δεν τα καταφέρνουν. Ο κόσμος που αναρωτιέται, τί θα κάνουμε και τί μπορούμε να κάνουμε. Η αριστερά που δε δίνει απαντήσεις και εκείνοι που δεν έρχονται καν.

Η συνέλευση που δεν υπάρχει γιατί είμαστε δυο - τρεις εργαζόμενοι. Τα δικαιώματα που δεν έχουμε γιατί δουλεύουμε μαύρα. Ο συνδικαλισμός που δεν υπάρχει σαν έννοια γιατί μετά από πέντε μήνες θα είμαστε αλλού.

Ο συνδικαλισμός που δεν υπάρχει σαν έννοια, γιατί ο καθένας μας κάθεται μόνος στο σπίτι του. Και τί συνδικαλισμό να κάνεις στο δωμάτιο σου; Και τί σκατά να πρωτοδιεκδικήσεις αν είσαι άνεργος; Με ποιούς; Πού θα τους βρεις;

Στο τέλος, είναι και εκείνα τα κόμματα που συνεδριάζουν στις μεγάλες αίθουσες. Που οι μεν φοβούνται μήπως και το Mega πει καμιά κακιά κουβέντα για πάρτη τους, οι δε χρησιμοποιούν τη λέξη αγορές λες και ταίζει τον κόσμο,'κείνοι οι τρίτοι, που μάλλον έχουν μπερδέψει το ποιός ακριβώς είναι ο εχθρός ή οι τέταρτοι, που μάλλον έχουν μπερδέψει το ποιά ακριβώς είναι η πραγμαιτκότητα.


Είναι προφανές ότι ο μόνος δρόμος για να καταφέρουμε κάτι, είναι να συνδεθούν επιτυχημένα αυτά τα τρία επίπεδα. Αλλιώς θα μας φάει όλους η μαρμάγκα.

Monday, October 13, 2014

H επικινδυνότητα της "διγλωσσίας" του ΣΥΡΙΖΑ (και η στάση της υπόλοιπης αριστεράς)



Ή αλλιώς: τί γίνεται όταν ο Τσίπρας πηγαίνει σε πορείες στην Ευρώπη λίγο πριν πάει στο Κόμο.
Είναι αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι η ιστορία της αριστεράς βρίθει από διασπάσεις επί διασπάσεων (ω, διασπάσεις!).

Είναι επίσης αλήθεια ότι αυτές οι διασπάσεις δεν συμβαίνουν επειδή βρίσκονται στο "DNA" ή στη "φύση" της αριστεράς όπως επιμένουν να λένε κάποιοι, αλλά γίνονται βάση διαφωνιών που προκύπτουν από τις εμπειρίες του εργατικού κινήματος ή τις τακτικές που θα πρέπει να ακολουθήσει αυτό στο άμεσο μέλλον, όπως προκύπτει από την εποχή της 1ης Διεθνούς και της διάλυσής της και πιθανότατα θα προκύπτει μέχρι την επίτευξη της αταξικής κοινωνίας.

Χοντρικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτέλεσμα της κάθε διάσπασης κάθε κόμματος είναι ένα "δεξιό" ή ένα "αριστερό" (ή και αριστερίστικο, αν θέλετε) κομμάτι. Και πριν κατηγορηθώ για τη χρήση αριστερόμετρου, ας γίνει εξαρχής ξεκάθαρο ότι ως αριστερό εδώ ορίζεται εκείνο που, εκ των γεγονότων, βοήθησε την πρόοδο και τους αγώνες του εργατικού κινήματος και δεξιό εκείνο το οποίο δεν το έκανε. Και μιας και αναφερόμαστε σε ιστορικά γεγονότα, κάτι τέτοιο είναι πολύ εύκολο να διαπιστωθεί.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συζήτηση και οι εξελίξεις που προέκυψαν το 1914, εν' όψει της κήρυξης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, που τα τότε ενιαία σοσιαλδημοκρατικά κόμματα διαφόρων χωρών έσπευσαν να εγκρίνουν τις στρατιωτικές δαπάνες στα κοινοβούλιά τους (δεξιά κομμάτια). Τότε μειοψηφικές ομάδες εντός των κομμάτων αυτών (αριστερά κομμάτια), είχαν διαφωνήσει. Εκείνη η διαμάχη ήταν ένα σημαντικό κομμάτι των γεγονότων που οδήγησαντελικά στο τέλος της 2ης Διεθνούς αλλά και στη διάσπαση της Σοσιαλδημοκρατίας διεθνώς (και τη γένεση των κομμουνιστικών κομμάτων από τα σπλάχνα της).

Ένα ενδιαφέρον ερώτημα που προκύπτει, παρατηρώντας τα προαναφερθέντα γεγονότα είναι το εξής: γιατί τα "δεξιά κομμάτια" που προέκυψαν είτε ως φράξιες, είτε από διασπάσεις στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, σχεδόν πάντοτε (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων όπως το παράδειγμα Μενσεβίκων - Μπολσεβίκων στο Ρώσικο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα) ήταν πιο μαζικά από τα λεγόμενα "αριστερά"; Γιατί απευθυνόντουσαν σε πιο μαζικά ακροατήρια;

Εξαιρετικό ενδιαφέρον μάλιστα προκαλεί το γερμανικό παράδειγμα, που το SPD (το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα) παρόλη τη στάση που ακολούθησε και στο Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και αργότερα με το σχηματισμό "αντιλαϊκής" κυβέρνησης, με τη χρήση Freikorps που εκτελούσαν αγωνιστές κλπ., ακόμη και λίγο πριν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, διατηρούσε πολλά περισσότερα μέλη από το KPD (το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας).

Μια "εύκολη" και "εκτός ιστορικών συνθηκών" απάντηση που συνηθίζεται σε ένα αντίστοιχο (τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών)ερώτημα στην Ελλάδα, δηλαδή στην απήχηση του ΠΑΣΟΚ αλλά και την ψαλίδα της "απήχησης" του ΠΑΣΟΚ από το ΚΚΕ το '81, συνήθως από μέλη του ΚΚΕ ή άλλων αριστερών οργανώσεων, είναι η εξής: "ο κόσμος ήταν εύπιστος, ηλίθιος ή ακόμη και ήθελε να βολευτεί, γι' αυτό στήριζε ΠΑΣΟΚ".

Η αλήθεια βέβαια, και στην περίπτωση της Γερμανίας του '30, αλλά και σε αυτή της Ελλάδας του '81 (επιτρεπομένης της παρομοίωσης παρά τις τεράστιες ιστορικές διαφορές των δύο περιόδων) είναι πολύ πιο σύνθετη, και, αρκετά αφαιρετικά, μπορεί να περιγραφεί σε δύο σκέλη:

Το πρώτο σκέλος, έχει να κάνει με την κατανόηση της φύσης του SPD (ή και του ΠΑΣΟΚ): με την αναγνώριση ότι το SPD δεν ήταν ένα απλώς ένα "δεξιό συμβιβασμένο κόμμα" αλλά ένα κόμμα που παρόλες τις κινήσεις της ηγεσίας του, αριθμούσε πολλούς μαχητικούς συνδικαλιστές, διατηρούσε ένοπλες πολιτοφυλακές και είχε οργανώσει στις γραμμές του την πλειοψηφία της εργατικής τάξης της Γερμανίας. Το ΠΑΣΟΚ αντίστοιχα ήταν ένα κόμμα που πέρα από τις σοσιαλιστικές του διακυρήξεις και τη διάθεση της ηγεσίας του, είχε τεράστια επιρροή στο εργατικό κίνημα, είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στους εργατικούς αγώνες από την Μεταπολίτευση και μετά, οργάνωνε απεργίες διαρκείας, απεργιακές επιτροπές κ.α. Τα δύο αυτά κόμματα δηλαδή, είχαν στις εποχές τους άρρηκτες σχέσεις με τους "από κάτω". Είχαν, πέραν της ηγεσίας τους,εντάξει στις γραμμές τους ριζοσπάστες και επαναστάστες οι οποίοι μιλούσαν τη γλώσσα που ξεσήκωνε την εργατική τάξη, τη γλώσσα που έδινε ελπίδα για την ανατροπή και για ένα καλύτερο μέλλον στην εποχή τους.


Το δεύτερο σκέλος της απάντησης, έχει να κάνει με την αδυναμία των πιο "αριστερών" κομματιών (ή κομμάτων) να προσελκύσουν την εργατική τάξη και τους από κάτω γενικότερα. Έχει να κάνει,για παράδειγμα, με την εξολοκλήρου απόρριψη των συνεργασιών με το SPD από μεριάς του KPD (που ήταν ζωτικής σημασίας για την πάλη ενάντια στο φασισμό πχ), με τη χρήση του όρου "σοσιαλφασίστας" για τα μέλη του SPD, από τα μέλη του KPD, τη δεκαετία του '30 στη Γερμανία. Και πώς η εργατική τάξη να σε εμπιστευτεί, τη στιγμή που ένα μεγάλο μέρος της, είναι οργανωμένο σε ένα κόμμα το οποίο λοιδωρείς και απορρίπτεις εξολοκλήρου;

Σκεπτόμενος αυτά, το μυαλό μου δεν μπορεί παρά να πάει σε ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα: την τελευταία μέρα του 3ου Φεστιβάλ της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, που πραγματοποιήθηκε πριν μια βδομάδα στην Αθήνα, μίλησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, δεν αναφέρθηκε ούτε μια φορά η λέξη "αριστερά", πόσο μάλλον η λέξη "σοσιαλισμός". Εκεί που δόθηκε έμφαση μάλιστα, ήταν στη φράση "κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας".

Μια μέρα πριν, στον ίδιο χώρο, στο ίδιο Φεστιβάλ, είχε πραγματοποιηθεί εκδήλωση με τίτλο "Οικοδομήστε τον τώρα! Το πείραμα του ΣΥΡΙΖΑ και ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα". Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και εκτός ΣΥΡΙΖΑ) έδιναν θεωρητικές προσεγγίσεις για τον κομμουνισμό ή αναφερόντουσαν στα συγκεκριμένα βήματα και στις
συγκεκριμένες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην μάχη του για το σοσιαλισμό.


Ο παραλληλισμός του πρόσφατου παραδείγματος με τα προαναφερθέντα ιστορικά παραδείγματα, νομίζω, είναι προφανής. Μάλιστα, είναι το αίτιο που πυροδοτεί τις "κατηγορίες" περί "αριστερών δεκανικίων" εντός του "πλήρως συμβιβασμένου ΣΥΡΙΖΑ".

Όμως, προφανής είναι και ένας άλλος παραλληλισμός: προχθές, η πρών Γενική Γραμματέας και νυν Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στην Ολομέλεια της Βουλής, επέλεξε να αναφερθεί (και να επιτεθεί) αποκλειστικά στο ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας της, ενώ είχε δίκιο σε αρκετά σημεία της κριτικής της, δεν αναφέρθηκε ούτε στιγμή στη συγκυβέρνηση, στην κατάσταση που ζούμε, στην προοπτική που δίνει το ΚΚΕ στους "από κάτω" σήμερα. Χαρακτηριστικό είναι ότι χειροκροτήθηκε και μέχρι από τον πρώην αρχηγό της ΕΠΕΝ, τον ντυμένο με μανικετόκουμπα με το πουλί της χούντας, Μάκη Βορίδη.

Είναι σαφές ότι η αριστερά πρέπει να λαμβάνει υπόψη της και να εξάγει συμπεράσματα από τις ιστορικές εμπειρίες. Σήμερα είναι γνωστή η πορεία του SPD και του ΠΑΣΟΚ. Είναι γνωστός ο κίνδυνος που ενισχύεται από την "διγλωσσία", τη διαφορά στάσης των στελεχών εντός κομμάτων ή συσπειρώσεων. Είναι γνωστή όμως και η θλιβερή πορεία του εργατικού κινήματος στην Γερμανία τη δεκαετία του '30 ( μετά την άνοδο του Χίτλερ) αλλά και στην Ελλάδα από τα τέλη της δεκαετίας '90 μέχρι και πριν την κρίση (πλην ελαχίστων, φωτεινών εξαιρέσεων).

Και είναι σαφές ότι ο δρόμος για την αριστερά δεν θα πρέπει να είναι αυτός που ακολούθησε το KPD τότε, ή που ακολουθεί το ΚΚΕ (καθώς και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το μεγαλύτερο κομμάτι της αριστεράς) σήμερα. Αλλά εκείνος ο δρόμος που δεν απορρίπτει εξολοκλήρου τη "διγλωσσία", παρά δέχεται τα θετικά της σημεία και προσπαθεί να οδηγήσει στην επικράτηση μιας "μονογλωσσίας" ή τουλάχιστον προσπαθεί να αποδείξει (και όχι απλώς να λασπολογεί) τα αδιέξοδα της "διγλωσσίας" στους "από κάτω" . Εκείνος που δεν απορρίπτει εξ'αρχής ένα μεγάλο κομμάτι των "από κάτω", το οποίο πρόσκειται στο ΣΥΡΙΖΑ, ως "οπορτουνιστές", "συμβιβασμένους" ή " άτομα με καθυστερημένη ταξική συνείδηση". Εκείνος οποίος θα συνεχίζει να δίνει άμεση ελπίδα στους "από κάτω" (και δεν θα διακηρύττει έναν ξερό "σοσιαλισμό" ή "αντικαπιταλισμό" άνευ χρονικού ορίζοντα), και θα μπορέσει, μέσω της δράσης του, να δείξει στον κόσμο ότι δεν είναι ανάγκη να "ακολουθεί" προγράμματα με τα οποία δεν καλύπτεται απόλυτα, απλώς επειδή δεν υπάρχει κάτι καλύτερο. Και αυτό είναι κάτι που είναι απαραίτητο να αποδεικνύεται καθημερινά, όχι με διακηρύξεις, αλλά έμπρακτα, με κοινές δράσεις, συνεργασίες, και παρεμβάσεις, εκεί που "ζουν και αναπνέουν" οι "από κάτω".



Thursday, September 18, 2014

Ένα χρόνο πριν (η πρώτη γεύση)





Ήταν γύρω στις 11 το πρωί. 18 Σεπτέμβρη 2013. Σε μια μεγάλη ελπιδοφόρα συγκέντρωση στα μέσα  μεγάλης  ελπιδοφόρας απεργίας των καθηγητών. Φωνές, κακό, συνθήματα, ελπίδα ότι θα νικήσουμε. "Μαχαιρώσαν οι φασίστες ένα παιδί κάπου στον Πειραιά", μου λέει ξαφνικά κάποιος. "Δηλαδή; Είναι νεκρός;" ρωτάω εγώ. "Ναι" απαντάει αυτός.  "Μάλλον ΑΝΤΑΡΣΥΑ" προσθέτει κάποιος άλλος. Το νέο μεταδίδεται από στόμα σε στόμα. Σούσουρο ακούγεται σε όλα τα πηγαδάκια που έχουν σχηματιστεί και συνεχίζουν να σχηματίζονται. Σα να κατακλύζει παγωμάρα το μέχρι πρότινος ενθουσιασμένο και ζωηρό πλήθος. "Μαχαίρωσαν οι φασίστες ένα παιδί..." με το βλέμμα μου παρατηρώ άλλα βλέμματα. Σε κάποια διαγράφεται θλίψη. Σε κάποια απόγνωση. Σε άλλα οργή. 

"Και, τι; Σαν να είναι ο πρώτος ή ο τελευταίος; Σα να μην το ξέραμε ότι οι φασίστες σκοτώνουν; " είναι η απορία που περνάει από το μυαλό μου μετά το πρώτο σοκ. Γρήγορα τα βλέμματα, τα συναισθήματα, οι εκφράσεις μετατρέπονται σε μια τεράστια ερώτηση. "Και τώρα τί κάνουμε;". Το μικρόφωνο παίρνει ένας σύντροφος από κάποιο σωματείο. Ο λόγος του παθιασμένος με διπλό στόχο: Από την μία η  κυβέρνηση που απολύει εργαζομένους. Από την άλλη οι φασίστες που δολοφουνούν αγωνιστές. Τα αντιφασιστικά φυλλάδια τώρα μοιράζονται πιο αποφασισμένα. Ο κόσμος τα αρπάζει ακόμη πιο αποφασισμένος.

Με τη δική μου απορία στο μυαλό τρέχω και πιάνω κόσμο: "Κάτι πρέπει να κάνουμε. Δεν πάει άλλο. Προσπαθούν να μας τρομοκρατήσουν". Οι περισσότεροι γνέφουν καταφατικά. "Να κάνουμε. Έχεις δίκιο. Δεν πρέπει να μας τρομοκρατήσουν." Τα συναισθήματά μου είναι ανάμεικτα. Από την μία χαίρομαι που όλοι συμφωνούμε. Πως κάτι πρέπει να κάνουμε. Πως δεν πρέπει να μας τρομοκρατήσουν. Από την άλλη αναρωτιέμαι: "Όλοι αυτοί, που είναι συγκεντρωμένοι σήμερα εδώ δεν είναι χθεσινοί. Και πριν λίγους μήνες, τότε που φάγαν τον Σαχζάτ, τα ίδια κουβεντιάζαμε. Με τους ίδιους ανθρώπους. Τότε δηλαδή δεν είχα δίκιο; Τότε δεν το ξέραμε ότι οι φασίστες δολοφονούν ; Τότε δεν έπρεπε να είχαμε κάνει κάτι; Πριν το 2012 δηλαδή δεν έπρεπε να είχαμε κάνει κάτι; Αν δεν είχαμε καθυστερήσει τόσο θα είχαμε και άλλο θύμα; Αν δεν είχαμε καθυστερήσει τόσο θα είχαμε τόσα θύματα; " 

Ενώ σκέφτομαι τα παραπάνω, πάνω από δέκα χιλιάδες άνθρωποι, εργαζόμενοι, άνεργοι,  πρωτοβάθμια σωματεία περνάνε κάτω από τα κλειδαμπαρωμένα γραφεία της Χρυσής Αυγής. Σε ολιγόλεπτη στάση φωνάζουν αντιφασιστικά συνθήματα. Για τους φασίστες που έρχονται κρεμάλες. Για τη κυβέρνηση που τους στηρίζει. Τα συναισθήματά μου συνεχίζουν να μπλέκονται και να παλεύουν, με την ελπίδα να κερδίζει με διαφορά στήθους: είναι η πρώτη φορά, εδώ και χρόνια, που σωματεία φωνάζουν αντιφασιστικά μηνύματα. Ειδικά έξω από τα γραφεία της Χρυσής Αυγής. Και ακόμη ειδικότερα, κατά τη διάρκεια πανεργατικής πορείας.






Τώρα, ένα χρόνο μετά, έμαθα ότι το παιδί που φάγαν οι φασίστες δεν ήταν ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αλλά ένας ράπερ που δεν ήθελε να "σωπάσει".

Τώρα, ένα χρόνο μετά, ξέρω ότι εκείνη η μεγαλειώδης απεργία των καθηγητών δε νίκησε. Και ότι εκείνος ο ενθουσιασμός έχει καταλαγιάσει.

Τώρα ένα χρόνο μετά,ξέρω εκείνοι που φάγαν το παιδί δεν έχουν τιμωρηθεί. Συνεχίζουν και γυρνοβολάν ελεύθεροι. Και συνεχίζουν και έχουν τις ίδιες κυβερνητικές πλάτες που είχαν και τότε.

Τώρα, ένα χρόνο μετά, εκείνη η απορία, το "τι θα γινόταν αν..." που με βασάνιζε κατά τη διάρκεια της πορείας δεν έχει απαντηθεί. Αλλά τελικά δεν έχει σημασία να απαντηθεί.

Ένα χρόνο μετά, έχω καταλάβει ότι το μόνο που έχει σημασία έχει η εικόνα των δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων και ανέργων έξω από τα γραφεία της Χρυσής Αυγής, Ένα χρόνο μετά έχω καταλάβει ότι σημασία έχει το ερώτημα: "τί κάνουμε;" Ένα χρόνο μετά έχω καταλάβει ότι εκείνη η μεγαλειώδης απεργία των καθηγητών που έχασε, εκείνη η μεγαλειώδης αντιφασιστική - αντικυβερνητική πορεία που δεν νίκησε το φασισμό ήταν  η αρχή.

Δεν έχει σημασία ποιος ήξερε τον Παύλο Φύσσα προσωπικά, ποιος είχε πιει καφέ μαζί του, ποιος άκουγε τα τραγούδια τα τραγούδια του πριν τη δολοφονία του. Όπως δεν έχει σημασία ποιος ήξερε τον Σαχζάτ ή τα υπόλοιπα θύματα της Χρυσής Αυγής.

Σημασία έχει ότι ο Παύλος Φύσσας, ο Σαχζάτ και τα υπόλοιπα θύματα της Χρυσής Αυγής ήταν ένας από μας.

Σημασία έχει ότι όλοι και όλες πρέπει  σήμερα, αύριο, μεθαύριο και πάντα να είμαστε εκεί για να δώσουμε επιτέλους, στην αρχή που έγινε πριν ένα χρόνο, συνέχεια.



(Και όπως αρμόζει πάντα σε τέτοια κείμενα, ακολουθεί το -γνωστό πια- ταιριαστό τραγούδι. Δεν ευχόμαστε να αναπαυθεί εν ειρήνη. Υποσχόμαστε να μην υπάρξει και άλλος νεκρός. Και να κάνουμε τους φταίχτες να γυρίσουν μια για πάντα στις τρύπες τους.)




Wednesday, May 28, 2014

Για τα εκλογικά ποσοστά των νεοναζί


Το 7%  του 2012 που έγινε 9% το 2014 κάνει πολλούς να προβαίνουν
στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι ζούμε σε μία ανέκαθεν ναζιστοκρατούμενη
χώρα με μαύρο παρελθόν και μέλλον. Είναι όμως έτσι; 


Μετά την Κυριακή των εκλογών, εκφράζεται έντονα  (και σωστά) ανησυχία για τα αποτελέσματα της Χρυσής Αυγής, σε βαθμό που πολλές φορές να παραβλέπονται ή να περνιόνται ως αδιάφορα τα εκλογικά ποσοστά της αριστεράς. Με αφορμή αυτό, νομίζω ότι χρειάζεται να ειπωθούν λίγα λόγια:

1) Αρχικά είναι πολύ ελπιδοφόρο και εξαιρετικής σημασίας ότι στην Ελλάδα, έστω και σε επίπεδο ψήφου,  υπάρχει ισχυρή αριστερά. Αυτή τη στιγμή στις χώρες με μεγάλα ποσοστά ακροδεξιών κομμάτων, η Ελλάδα είναι νομίζω η μόνη που έχει αυτή την τύχη και ευτυχώς -  γιατί η αριστερά είναι η μόνη ελπίδα αφανισμού των νεοναζί.

2) Η εκλογική αύξηση των νεοναζί που δείχνει "ρίζωμα" αλλά και "άνοδο", αποδεικνύει σε πείσμα πολλών (οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι η Χρυσή Αυγή "τελείωσε" ότι η κυβέρνηση "δεν την χρειάζεται άλλο") ότι η Χρυσή Αυγή είναι μια πραγματική νεοναζιστική οργάνωση με μηχανισμό, ιδεολογία, παραστρατιωτικό κομμάτι κ.α.: δεν είναι ούτε μια περιθωριακή "εγκληματική συμμορία", ούτε ένα απλό "μακρύ χέρι του συστήματος" που ελέγχεται πλήρως από αυτό. Δεν διαλύεται με τεχνάσματα της κυβέρνησης,  δεν παύει τα εγκλήματά της όταν η κυβέρνηση δεν την "χρειάζεται άλλο", ούτε ξεφουσκώνει έτσι απλά. Όπως και σε κάθε περίοδο κρίσης, "φουσκώνει" και εντάσσει άτομα στο δυναμικό της.

3) Ακούγονται κυρίως δύο θεωρίες, ξεχωριστά ή και μαζί. Η μία είναι ότι "πάντα υπήχαν φασίστες στην Ελλάδα" απλά "κρυβόντουσαν πίσω από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και η άλλη είναι ότι "η κοινωνία εκφασίζεται". Πολλές φορές μάλιστα ακούγονται και οι δύο στην ίδια πρόταση, πράγμα τουλάχιστον αντιφατικό (ή θα έχεις πολλούς φασίστες εξαρχής ή αυτοί θα δημιουργούνται εκ του "εκφασισμού", και τα δύο δεν γίνεται). Όσον αφορά στο πρώτο: γιατί όταν το ΠΑΣΟΚ (ή η ΝΔ) είχε 40%, κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει πόσους από αυτούς που ψήφισαν ήταν κρυπτοφασίστες; Η απάντηση είναι επίσης απλή: μα γιατί τότε, δεν υπήρχε μία τόσο μαζικής απήχησης νεοναζιστική οργάνωση που να δολοφονεί και να κάνει επιθέσεις φανερά! Όσον αφορά στο δεύτερο: οι ιδέες δεν "φύονται", ούτε "δημιουργούνται από το πουθενά" στον κόσμο, τις ιδέες τις δημιουργούν "μηχανισμοί". Η "κοινωνία" δεν εκφασίζεται, αλλά την "εκφασίζουν": μέσω της ρατσιστικής προπαγάνδας των ΜΜΕ και της κυβέρνησης που καλά κρατεί εδώ και δεκαετίες. Ο ρατσισμός, δηλαδή καλλιεργείται στην κοινωνία εδώ και καιρό - αλλά ούτε αυτό ήταν που μας προβλημάτιζε (πλην ελαχίστων οργανώσεων της αριστεράς).

3) Η σημαντική διαφορά στο τί συνέβαινε παλιότερα και στο σήμερα είναι ότι τώρα υπάρχει μια νεοναζιστική οργάνωση, η οποία με τις πλάτες των εκλογικών της ποσοστών δολοφονεί. Το πρόβλημα δηλαδή, είναι ότι οι "ρατσιστές" και οι λοιποί αντιδραστικοί μπορούν και συσπειρώνονται, μπορούν και αποτελούν "γόνιμο έδαφος" μιας αντιδραστικής δολοφονικής οργάνωσης η οποία στρέφεται ενάντια στο κίνημα και μπορεί μεθαύριο να στραφεί ενάντια στις διεκδικήσεις του κόσμου.

4) Γιατί συμβαίνει αυτό; Φταίει η μοίρα μας και το κακό μας το ριζικό; Μήπως έχουμε γεμίσει ναζί; Μπορούμε να τους σταματήσουμε; Το ζήτημα εδώ είναι ποιοί ψηφίζουν τη Χρυσή Αυγή. Και η απάντηση είναι ότι δεν είναι όλοι όσοι ψηφίζουν τη Χρυσή Αυγή ναζί, όχι με την έννοια ότι αποτελούν παραπλανημένους ψηφοφόρους, αλλά με την έννοια ότι δεν είναι όλοι πρόθυμοι να οργανωθούν σε τάγματα εφόδου. Και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο. Υπάρχουν πολλοί τύποι ανθρώπουν που ψηφίζουν τη Χρυσή Αυγή, το σίγουρο όμως είναι ότι μόνο μια ισχνή μειοψηφία αυτών ανήκουν στα τάγματα εφόδου, μια ισχνή μειοψηφία η οποία δεν αυξάνεται καν αναλογικά με την αύξηση των εκλογικών της ποσοστών. Και ακριβώς εδώ βρίσκεται το κλειδί στην αντιμετώπισή των νεοναζί.

5) Πριν πολλές δεκαετίες ο Τρότσκι έγραφε στο "Πού βαδίζει η Γαλλία;" ότι υπάρχει η λανθασμένη εντύπωση ότι οι μικροαστοί "λατρεύουν τη δημοκρατία", ενώ στην πραγματικότητα το μόνο πράγμα που λατρεύουν είναι η τάξη τους, τα συμφέροντά τους, και θα κάνουν τα πάντα για να τα υπερασπιστούν. Το μεγαλύτερο μέρος της εκλογικής βάσης των νεοναζί ήταν ιστορικά, όπως είναι και σήμερα, μικροαστοί ή προερχόμενοι από την μικροαστική τάξη (και λιγότερο λούμπεν, άνεργοι κ.λ.π) , άνθρωποι οι οποίοι χτυπημένοι από την κρίση και προφανώς εμποτισμένοι με ρατσιστικές, αντικομμουνιστικές, πατριωτικές και γενικώς αντιδραστικές ιδέες (ο συνδικαλισμός και τα κόμματα φταίνε για όλα κλπ) βλέπουν στο πρόσωπο των νεοναζί ένα μαχητικό κόμμα το οποίο θα τους "φέρει πίσω τα χαμένα" με όποιο κόστος (δολοφονίες, επιθέσεις σε μετανάστες, εργαζόμενους και αριστερές οργανώσεις). Η ρητορεία των νεοναζί με φράσεις όπως "θα μπούμε στη βουλή και θα τους δείρουμε όλους", όπως και οι πρακτικές τους με τις νυχτερινές επιθέσεις και δολοφονέις πείθουν για κάτι τέτοιο.

6) Το διακύβευμα λοιπόν είναι κατά πόσο, ο πραγματικός κίνδυνος, δηλαδή αυτοί που πραγματοποιούν τις νυχτερινές επιθέσεις και δολοφονίες θα μπορέσουν να "αποσυνδεθούν" από το εκλογικό τους ποσοστό, θα χάσουν το "βήμα" στο οποίο πατάνε για να μπορέσουν να στραφούν ενάντια σε εργαζόμενους, αριστερούς και μετανάστες. Η απάντηση εδώ είναι απλή: το ζήτημα είναι κατά πόσο η αριστερά θα μπορέσει να αποδειχθεί ως μία εξίσου ή και περισσότερο μαχητική δύναμη η οποία μπορεί να τα βάλει με το σύστημα, "να μπει και να τους δείρει όλους" (σ.σ. τους αστούς αυτή τη φορά), μία δύναμη η οποία μπορεί όντως "να τσακίσει τους φασίστες". Μία μαζική, οργανωμένη αριστερά, είναι αυτή οποία μπορεί αφενός να πείσει τους μικροαστούς η προλεταριοποίηση των οποίων έχει και αποτέλεσμα ανάλογη αλλαγή συνείδησης να συστρατευθούν μαζί της, αλλά και να φοβίσει το "αμετανόητο κοινό" της Χρυσής Αυγής: να πείσει δηλαδή με την μαζικότητα, την μαχητικότητα, τον αντιφασισμό της, ότι η Χρυσή Αυγή δεν "πιάνει μία μπροστά της". Ότι δηλαδή δεν θα πετύχει τίποτα από αυτά που ισχυρίζεται γιατί θα την εμποδίσει η αριστερά και με αυτή την έννοια να "γκρεμίσει" τα εκλογικά της ποσοστά, τσακίζοντας ταυτόχρονα τον παραστρατιωτικό μηχανισμό της.

7) Αυτό δηλαδή που απαιτείται, προκειμένου "να σβήσουν οι ναζί" είναι μια αριστερά που να μετατρέψει σε οργανωμένη δύναμη το εκλογικό της ποσοστό: μια αριστερά με μαχητικό, ριζοσπαστικό λόγο, τέτοιο που να μπορεί να εκφράζει τη δυναμική που είναι απαραίτητη για μια εφ' όλης της ύλης ανατροπή. Μια αριστερά που να παρέμβει σε χώρους δουλειάς, σωματεία, γειτονιές, να αποκτήσει την ικανή οργανωμένη μάζα ανατροπής, μια αριστερά που να έχει αντιφασιστική παρουσία στο δρόμο: Μια αριστερά που να μπορέσει να εντάξει στις γραμμές της την πλειοψηφία του 35%, ώστε να τρομάξει το 9% και να "τσακίσει" τους λίγες εκατοντάδες πραγματικούς ναζί.

Η ευκαιρία για κάτι τέτοιο έχει ήδη προκύψει, και αυτό είναι το θετικό της υπόθεσης: το ζήτημα είναι κατά πόσο η αριστερά θα την εκμεταλλευτεί.

Thursday, May 15, 2014

Για εκείνους τους δεκαπεντάχρονους που δεν ρωτάει κανείς

Για τον 15χρονο Μπερκίν ρωτούσαν: "Τί έκανε το παιδί στη διαδήλωση";
Για τον 15χρονο Κεμάλ κανείς δεν ρώτησε "Τί έκανε το παιδί στο ορυχείο".
Όταν έχεις ζήσει μόνο μιάμιση δεκαετία δεν μπορείς να ξέρεις τη ζωή, δεν μπορείς να ξέρεις τι θες. Δεν είσαι αρκετά ώριμος. Είναι γνωστό αυτό.Όλοι το λένε.

Απ' ότι φαίνεται όμως δεν ισχύει για τα πάντα. Όταν έχεις ζήσει μόνο μιαμιση δεκαετία απ' ότι φαίνεται είσαι αρκετά ώριμος ώστε να μπορείς να κατανοήσεις την ανάγκη της ισχυροποίησης της εθνικής οικονομίας, την ανάγκη των θυσιών για το κοινό καλό (που είναι το καλό αυτών που έχουν ορυχεία) και να δουλεύεις σε απάνθρωπες, επικίνδυνες για την ίδια σου τη ζωή, συνθήκες. Πόσο μάλλον αν είσαι μεγαλύτερος.

Αν τυχόν δεν είσαι αρκετά ώριμος για να το καταλάβεις, και μάλιστα αν είσαι αρκετά ανώριμος ώστε να απορήσεις γιατί να το κάνεις αυτό, αρκετά ανόητος ακόμη για να εναντιωθείς σε αυτό με κάποιο τρόπο, τότε ευτυχώς είναι εκεί για σένα οι Ερντογάν και οι Πρετεντέρηδες όλου του κόσμου να σε νουθετήσουν και να σε βάλουν στον ίσιο δρόμο: να σου υπενθυμίσουν το μικρό της ηλικίας σου για να βγαίνεις σε διαδηλώσεις, αφού δεν ξέρεις τι θες, και σου δείξουν με το δάκτυλο την κατεύθυνση της ωριμότητας για την ηλικία σου: τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας. Πάντα για το "καλό της χώρας". Το "κοινό μας καλό". 

Το κοινό μας καλό επιβάλλει στους δεκαπεντάχρονους να μην γυρνούν από εδώ και από εκεί, να μην αντιμιλούν, να μην παρεκτρέπονται, να μην λένε αθυροστομίες, να μην βρίσκονται τα βράδια στα Εξάρχεια, να μην κατεβαίνουν σε πορείες. Δεν λέει πουθενά ότι απαγορεύεται να πεθάνουν την ώρα της δουλειάς. Δεν λέει πουθενά ότι κάτι τέτοιο "δεν είναι μέσα στο πρόγραμμα". 

Για το κοινό μας καλό πρέπει να είσαι αμίλητος, ακούνητος, αγέλαστος, υποτακτικός, πρόθυμος, εντατικοποιημένος, ανασφάλιστος, άνεργος, και αν τύχει, να πεθαίνεις που και που χωρίς πολλές τυμπανοκρουσίες και φασαρίες.


Οι εκατοντάδες χθεσινοί θάνατοι, οι εκατοντάδες χθεσινές δολοφονίες δείχνουν με τον χειρότερο τρόπο ότι για κάποιους οι ζωές  των εργατών (που ναι, υπάρχουν ακόμη) δεν είναι παρά αριθμοί, και ότι ότι μια λογική απόκριση όταν χάνεται μια ζωή είναι το "ε, συμβαίνουν αυτά", όπως φάνηκε ξανά στη Λαμπεντούζα ή στη Σάμο. Εκτός αν η ζωή που χάθηκε είναι κάποιου "επώνύμου" (που τα ΜΜΕ το μνημονεύουν για δεκαετίες αργότερα), ή αν με κάποιο τρόπο εμπλέκεται, ας πούμε τυχαία, αριστερός δήμαρχος. 

Οι εκατοντάδες χθεσινοί θάνατοι, οι εκατοντάδες δολοφονίες πρέπει να μας γεμίζουν θλίψη για κάθε έναν από αυτούς. 

Αλλά πολύ περισσότερο πρέπει να μας γεμίζουν οργή. Και μια υπόσχεση.

Υπόσχεση ότι δεν θα αφήσουμε άλλους να χαθούν έτσι.  Και ότι θα φέρουμε τον κόσμο ανάποδα.
Θα φτιάξουμε έναν κόσμο που οι δεκαπεντάχρονοι δεν αναγκάζονται να δουλεύουν. Και θα μπορούν να σκέφτονται, να διαβάζουν, να ερωτεύονται, να πηγαίνουν στα Εξάρχεια, να κατεβαίνουν σε πορείες και να κάνουν ό,τι στο διάολο γουστάρουν. Θα φτιάξουμε έναν κόσμο που κανείς δεν θα χάνει τη ζωή του επειδή χρειάζεται να εργαστεί.

Και αν χαθεί και κανείς από τους "από πάνω" στην προσπάθεια, "ε, συμβαίνουν αυτά". 

Sunday, May 4, 2014

Οδησσός και Ουκρανία: μια ταξική προσέγγιση

Φωτιές καίνε τις σάρκες της,  ξεσκισμένης από τα νύχτα των αρπακτικών,
Ουκρανίας, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα ότι ο ναζισμός
δεν είναι ένας μακρινός εφιάλτης από το παρελθόν. Αλλά μια σκοτεινή εικόνα από το παρόν. 


Η εγκληματική ναζιστική επίθεση στην Οδησσό, που είχε ως αποτέλεσμα την δολοφονία τουλάχιστον 31 Ουκρανών διαδηλωτών και διαλωτριών υπενθύμισε με τον χειρότερο τρόπο ότι ο ναζισμός δεν είναι κομμάτι των πιο μαύρων σελίδων του παρελθόντος αλλά είναι εδώ, σήμερα.

Υπενθύμισε επίσης ότι ο ναζισμός είναι κάτι που αβαντάρεται και χρησιμοποιείται από τις κυβερνήσεις και δεν είναι κάποιο ιδιάζων χαρακτηριστικό που "φυτρώνει", ας πούμε, ειδικά στους Έλληνες, όπως ακούγεται συχνά τελευταία.

Βέβαια, αυτό που αξίζει να εξεταστεί και θα εξετάσει το παρόν άρθρο όμως, είναι το πως πολλοί αριστεροί αναλυτές εξάγουν από την χθεσινή επίθεση τελείως λανθασμένα συμπεράσματα.  Είναι πολύ ενδιαφέρον πως, για παράδειγμα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η χθεσινή επίθεση ως "πειστήριο" για να υποστηρίξει κάποιος τον Πούτιν.

Μπαίνοντας χωρίς άλλη καθυστέρηση στο κυρίως θέμα, νομίζω ότι, βλέποντας τα πλαίσια της σοκαριστικής επίθεσης στην Οδησσό, μπορεί κανείς να κάνει τις εξής σκέψεις:

1) Δεν είναι όλοι οι κάτοικοι της Ουκρανίας ναζί. Φαίνεται από το γεγονός  ότι οι ναζί επιτίθενται σε κάποιους, που σημαίνει ότι τουλάχιστον αυτοί οι κάποιοι αντιτάσσονται στις πρακτικές τους. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι διαδηλώσεις ενάντια στην νέα κυβέρνηση έχουν πραγματοποιηθεί το τελευταίο διάστημα και στο Κίεβο. Είναι βέβαιο δηλαδή ότι δεν μπορεί κανείς να υποστηρίζει ταυτόχρονα ότι οι διαδηλώσεις στην Ουκρανία είχαν πλήρως υποκινηθεί και οργανωθεί από τους νεοναζί αλλά και ότι στην Ουκρανία υπάρχουν  τόσο πολλοί αντιφασίστες.

2) Το γεγονός ότι οι ναζί επιτέθηκαν στο εργατικό κέντρο της Οδησσού δεν δημιουργεί αυτόματα το δίπολο φασίστες - αντιφασίστες στην Ουκρανία. Άλλωστε, πρακτική του ναζισμού είναι να επιτίθεται σε οτιδήποτε του αντιτάσσεται. Απ΄ ότι φαίνεται οι δολοφονημένοι ήταν εργάτες και αγωνιστές, όμως το γεγονός ότι ο ναζισμός δολοφονεί όποιον του αντιτάσσεται δεν αγιοποιεί το στρατό του Πούτιν στη Ουκρανία, ούτε βαφτίζει κάποιον που ονειρεύεται ρώσικη έναντι της ΕΕ κυριαρχίας "αντιφασίστα".

3) Το μόνο που υπενθυμίζουν τα προχθεσινά γεγονότα είναι ότι  ο ρόλος των νεοναζί στην Ουκρανία έχει "αναβαθμιστεί", με σαφή συμμετοχή στην κυβέρνηση και στον καθορισμό των πολιτικών εξελίξεων. Και μια τέτοια αναβάθμιση προφανώς δεν ήταν αποκλειστικά αποτέλεσμα των κινητοποίησεων στην Ουκρανία, διότι εάν συνέβαινε αυτό τότε η κυβέρνηση θα είχε πράγματι λαϊή αποδοχή και άρα δεν θα υπήρχαν αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Το γεγονός ότι οι ναζί λειτουργούν ως εμπροσθοφυλακή της κυβέρνησης με πλήρη ανοχή και στήριξή της δεν κάνει το καθεστώς αυτόματα ναζιστικό. Τέτοια λειτουργία είχαν, για παράδειγμα, οι φασίστες στην Ιταλία πριν ακόμη την άνοδο του Μουσολίνι στην εξουσία.  Παρόμοια λειτουργία έχουν σε μια σειρά από χώρες γύρω από την Ουκρανία, όπως για παράδειγμα, στη Ρωσία.

4) Κάποιος μπορεί άνετα να αντιτάξει ότι σε καμία άλλη χώρα δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή τέτοιας κλίμακας περιστατικά. Είναι άραγε, άσχετο αυτό, με το γεγονός ότι η Ουκρανία αυτή τη στιγμή αποτελεί κέντρο ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών; Πρόκειται άραγε να υποχωρήσουν οι ναζί στην Ουκρανία όσο αυτοί οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί οξύνονται;  Μήπως επίσης, άραγε, ακόμη και η Ουκρανία ολόκληρη να προσαρτιόταν στον Πούτιν, ο ίδιος θα έπαυε να χρησιμοποιεί το εργαλείο του φασισμού για να υποτάξει τις όποιες αντιδράσεις στην πολιτική του;

5) Το πιο "καυτό" ζήτημα, και η κύρια πηγή όλων των διαφωνιών σε όλα αυτά είναι το τί πρέπει να κάνει η αριστερά. Πολλοί αριστεροί αναλυτές κάνουν το λάθος να ξεκινήσουν το συλλογισμό λέγοντας "τι θα έπρεπε να κάνει η αριστερά εάν ήταν στην Ουκρανία". Όμως ένας τέτοιος συλλογισμός θα ήταν υποθετικός και λανθασμένος. Γιατί αυτή τη στιγμή η αριστερά την οποία καλούν να πάρει θέση είναι στην Ελλάδα. Και υποτίθεται ότι αν "καίγεσαι" να δώσεις "απαντήσεις" για το Ουκρανικό ζήτημα πρέπει να δώσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα πραγματικά γεγονότα αυτής της στιγμής.

Ποιά είναι λοιπόν, τα πραγματικά γεγονότα αυτής της στιγμής; Για να δώσουμε απάντηση σε αυτό το ερώτημα, επιβάλλεται να κάνουμε πρώτα μια αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν.

Είναι προφανές ότι η όλη κατάσταση στην Ουκρανία άρχισε με την επιθυμία της ΕΕ να υπάρξει "κομμάτι από την πίτα" της οικονομίας, πράγμα που θα έπληγε τη Ρωσία. Η προσπάθεια της Ρωσίας να διασφαλίσει την πίτα ολόκληρη, έφερε αντιδράσεις ακόμη και στο κοινοβούλιο. Οι διαδηλώσεις που πρέκυψαν στην Ουκρανία μετά την απόρριψη της πρότασης της ΕΕ από τον Γιαννούκοβιτς , όπως γίνεται τώρα έντονα ορατό, δεν ήταν μόνο "εκ του πονηρού" και δεν "καθοδηγούντουσαν πλήρως". Ακόμη και ένα μεγάλο κομμάτι του Ουκρανικού λαού που στήριζε την αποδοχή της οικονομικής βοήθειας από την ΕΕ, που διαδήλωνε υπέρ της ΕΕ δηλαδή, είχε πραγματική βάση να το κάνει: η λιτότητα που είχε επιβάλλει ο Γιαννούκοβιτς αλλά και η διαφθροά του καθεστώτος έκανε τον κόσμο να αγωνίζεται για αλλαγή της κατάστασης. Εν' όψει των "κακών προηγουμένων της αριστεράς, ένα κομμάτι κόσμου στράφηκε σε αυτό που φάνηκε να δίνει την πιο άμεση απάντηση προς αυτή την κατεύθυνση: στην υποστήριξη της ΕΕ.

Την κατάσταση αυτή δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη ούτε η ΕΕ, ούτε η ΗΠΑ. Σε αυτή την κατεύθυνση βοήθησε και η χρήση των ακροδεξιών και των ναζιστικών ομάδων, οι οποίες τα τελευταία χρόνια στην Ουκρανία κέρδισαν επιρροή υιοθετώντας τα αιτήματα που έβαζε ο ίδιος κόσμος και όχι χειραγωγόντας τον με κάποιο μαγικό ραβδί. Οι νεοναζιστικές ομάδες ήταν από τις λίγες ομάδες με οργανωμένη παρέμβαση που τόλμησαν να διεκδικήσουν πολιτικά τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και ουσιαστικά "κάλυψαν" το κενό που, παραδοσιακά στην Ελλάδα, καλύπτει η αριστερά.

Η εξέλιξη  όλων αυτών ήταν η μεταπήδηση πολλών κυβερνητικών στελεχών στο φιλοΕΕ στρατόπεδο,  με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια καινούρια κυβέρνηση στην οποία οι φιλοΕΕ ακροδεξιές και ναζιστικές ομάδες είχαν αυξημένο ρόλο, χωρίς αυτό να εκφράζεται παράλληλα σε αντίστοιχη αύξηση των ποσοστών τους.

Η διαμάχη για το κέρδος από τις βιομηχανίες της Ουκρανίας (στο οποίο απέβλεπαν οι οικονομικές συμφωνίες) είχαν ως αποτέλεσμα την προσάρτηση της Κριμαίας, απειλές για κυρώσεις και από τις δυο πλευρές, καθώς και ένοπλη αντιπαράθεση με χρήση πρακτόρων και στρατού από τις δυο μεριές.

Έτσι, όπως πριν την αλλαγή της κυβέρνησης στην Ουκρανία, εμφανίζονταν "φιλοΕΕ" διαδηλωτές, τώρα εμφανίζονται φιλορώσοι. Όπως και τότε, υπήρχαν πραγματικές ανάγκες οι οποίες οδήγησαν τον κόσμο στην ΕΕ, έτσι και τώρα, υπάρχουν πραγματικές ανάγκες που μπορεί να οδηγήσουν πολύ κόσμο στην αγκαλιά της Ρωσίας. Όπως και τότε, δεν ήταν όλοι οι διαδηλωτές "αγνοί" αγανακτισμένοι, έτσι και τώρα δεν κατακλύζεται η Ουκρανία από "αγνούς" κομμουνιστές. Όπως και τότε δεν ήταν όλοι ναζί, έτσι και τώρα δεν μετατράπηκαν ξαφνικά σε επαναστάτες.

Το πρόβλημα στην Ουκρανία είναι υπαρκτό: είναι η λιτότητα και με ποιον τρόπο οι εκάστοτε κυβερνήσεις την επιβάλλουν . Σε αυτά τα πλαίσια πρέπει να ειδωθεί από την αριστερά το "Ουκρανικό ζήτημα". Σε αυτά τα πλαίσια πρέπει να ειδωθεί ακόμη και το ζήτημα των Ουκρανών ναζί.

Όσο η ουκρανική αριστερά δεν πατάει στο υπαρκτό πρόβλημα και δεν δίνει ριζοσπαστικές απαντήσεις βασισμένη στις υπαρκτές ανάγκες του κόσμου, θα τον αφήνει εγκλωβισμένο σε μια αντιπαράθεση  Ρωσίας - ΕΕ, η οποία αφενός θα έχει ως αποτέλεσμα όλο και περισσότερα θύματα και αφετέρου - λόγω της ιστορικής φύσης του ναζισμού, ο οποίος χρησιμοποιείται ανοιχτά ως εργαλείο της κυβέρνησης και μακρύ χέρι της ΕΕ- θα έχει ως αποτέλεσμα την ολοένα και πιο έντονη εμφάνισή του.

Αυτά είναι τα πραγματικά γεγονότα στην Ουκρανία. Και στο πλαίσιο αυτών των πραγματικών γεγονότων πρέπει να δώσει απάντηση η ελληνική αριστερά στην Ελλάδα. Αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία είναι, θα μπορούσε κανείς να πει, ένα βήμα πριν μια μεγάλης κλίμας εμπόλεμη σύρραξη. Είναι σαφές ότι, αρχικά, η θέση της αριστεράς πρέπει να είναι ξεκάθαρα ενάντια σε αυτό, μιας και η αριστερά είναι από θέση αρχής ενάντια σε πολέμους στους οποίους ο θάνατος εργαζομένων καθορίζει ποιο αφεντικό θα αυξήσει περισσότερο τα κέρδη του.

Με αυτή την έννοια, η αριστερά δεν μπορεί να τάσσεται με το μέρος κανενός ιμπεριαλισμού, αφενός γιατί αυτό θα οδηγήσει σε περισσότερους πολέμους και άρα περισσότερο χυμένο αίμα εργαζομένων και αφετέρου, γιατί δεν πρόκειται να επιλύσει κανένα πρόβλημα: ούτε αυτό του ναζισμού, αλλά ούτε και αυτό της καταπίεσης και της λιτότητας. Πολύ περισσότερο δε, δεν πρόκειται να οδηγήσει ούτε ένα βήμα κοντύτερα στο όραμα της επανάστασης και του "τέλους της καταπίεσης ανθρώπου από άνθρωπο".

Αντίθετα, σε ένα τέτοιο πεδίο, αυτό που αποκτά ιδιαίτερη σημασία, είναι η "διεθνιστική αλληλεγγύη": είναι σαφές ότι το μόνο που μπορεί να αντιπαρατεθεί με καλούς όρους ενάντια στην πολεμική μηχανή που προστατεύει τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της ΕΕ ή της Ρωσίας,  είναι το απανταχού εργατικό κίνημα. Και άρα, η σημαντική δουλειά της ελληνικής αριστεράς είναι ακριβώς αυτή.

Παίρνοντας ένα υποθετικό παράδειγμα, μια καλή ερώτηση είναι αν και πως θα μπορούσε μια κυβέρνηση της αριστεράς στην Ελλάδα να επηρρεάσει τις διεθνείς εξελίξεις σε Ουκρανία, Ευρώπη και στον κόσμο όλο. Και προφανώς αυτή η επιρροή δεν θα έπρεπε να έχει σχέση με την σύναψη συμμαχίας με την κυβέρνηση του Πούτιν, αλλά ούτε και με την στήριξη της ΕΕ.


ΥΓ: Οι δύσκολες απαντήσεις που έχει να δώσει η ουκρανική αριστερά είναι σαφές ότι αφορούν τα ζητήματα της ναζιστικής απειλής, της νέας και της παλιάς κυβέρνησης, αλλά και της καλλιέργειας εμφυλιοπολεμικού κλίματος και  σίγουρα σχετίζονται με την διαμαρτυρία στους δρόμους καθώς και την αντιπαράθεση με τους ναζί. Σε καμία περίπτωση όμως δεν σχετίζονται με την στήριξη κάποιου ιμπεριαλισμού: κάτι τέτοιο δεν θα εξασφάλιζε καν καλύτερες συνθήκες ζωής στους εργαζόμενους.

Tuesday, April 15, 2014

Καπιταλισμός Ζόμπι



Κάθε νέο κοινωνικό σύστημα, έλεγε ο Μαρξ σε ελεύθερη μετάφραση, ενώ στην αρχή αποτελεί πρόοδο και μια μορφή βελτίωσης της καταπιεζόμενης τάξης στο τέλος καταλήγει να αποτελεί τα ίδια της τα δεσμά. Τότε είναι που σαπίζει και πρέπει να ανατραπεί, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις κοινωνικές συνθήκες για να συμβεί αυτό.

Όπως και κάθε κοινωνικό σύστημα, έτσι και ο καπιταλισμός, προκειμένου να επιβιώσει από τις κρίσεις του, φτάνει στο σημείο να κανιβαλίζει: τρέφεται από τις ίδιες του τις σάρκες, με αποτέλεσμα να απογυμνώνεται και να αποκαλύπτει το αποκρουστικό εσωτερικό του.

Έτσι η υπέροχη δυνατότητα να επιλέγεις ελεύθερα να πουλήσεις την εργατική σου δύναμη ή να πεθάνεις στους πέντε δρόμους, ή οι ίσες δυνατότητες επιτυχίας για οποιοδήποτε άτομο της κοινωνίας, που κάποτε αποτέλεσαν ριζοσπαστικές αλλαγές, τώρα καταρρέουν.

Τα ιδεολογήματα - στηρίγματα του καπιταλισμού, όλο το  (προωθούμενο με κάθε τρόπο) σύστημα αξιών του το οποίο παρουσιάζει ως υπέρτατη αξία (και κριτήριο "αξιολόγησης" κάθε ατόμου στην κοινωνία) την ποσότητα και την ποιότητα της συμμετοχής του καθενός στην παραγωγική διαδικασία , ακόμη και απαράβατα "αξιώματα" όπως η ιερότητα και η σημασία της ατομικής ιδιοκτησίας, φαίνεται να αμφισβητούνται, αποτέλεσμα και απόδειξη του ότι ο καπιταλισμός είναι σε κρίση.

Σε πείσμα όλων εκείνων όσων θεωρούν τον Μαρξ ξεπερασμένο επειδή έγραφε πριν ενάμιση αιώνα, εκείνος έρχεται να επιβεβαιωθεί (επανειλλημένα μάλιτα) τόσα χρόνια μετά. Στον κόσμο της καπιταλιστικής κρίσης. Στην Ευρώπη των μνημονίων και της λιτότητας, και ειδικότερα στην Ελλάδα, με ποιο τρανή πρόσφατη απόδειξη της επιβεβαίωσής τους, το περιεχόμενο του ψηφισμένου πολυνομοσχεδίου.

Και για να εξηγούμαι: Πώς μπορεί κανείς να μιλήσει  για την αξία της εργασίας τη στιγμή που όταν επιπρόσθετα στο τεράστιο ποσοστό ανεργίας, θέτονται σε διαθεσιμότητα χιλιάδες εργαζόμενοι πολύ σημαντικών κλάδων ενώ στους ίδιους κλάδους υπάρχει ανάγκη για εργατικό δυναμικό (όπως π.χ. καθηγητές ή εργαζόμενοι στα νοσοκομεία) ; Πώς μπορεί το σύστημα να προωθήσει το "εργάζεσθαι" ως υπέρτατο σκοπό της ζωής, τη στιγμή που οι "ενοικιαζόμενοι" απελευθερώνονται και αυτό που τελικά εξασφαλίζεται είναι η πεντάμηνη χαμηλόμισθη ανασφάλιστη εργασία (δηλ. η "ανακύκλωση" της ανεργίας) μέσω των "προγραμμάτων κατάρτισης";

Πώς μπορεί να δικαιολογήσει κανείς την "ελεύθερη" δυνατότητα πώλησης φαρμάκων  ως "άνοιγμα της αγοράς" την ίδια στιγμή που οι μόνοι που έχουν την οικονομική δυνατότητα να το κάνουν αυτό είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις, γεγονός που εκτός των άλλων θα πλήξει τα μικρά φαρμακεία; Πώς συμβαδίζει το "ελεύθερο επιχειρείν" εντός του καπιταλισμού με το παραπάνω και με την εικόνα όλων εκείνων των μικρών επιχειρήσεων που κλείνουν;

Πώς είναι δυνατόν να υποστηρίξει κανείς την "ιερότητα" της ατομικής ιδιοκτησίας, όταν μετά το παράδειγμα της Κύπρου, και της αυτόματης παρακράτησης φόρων μέσω τραπεζικών λογαριασμών (και) στην Ελλάδα, αυτό που, λέει, θα διασφαλίζεται ως σύνταξη είναι μόνον το ποσό των 360 ευρώ;

Πώς μπορεί να υποστηρίξει κανείς την αναγκαιότητα, την ευεργετικότητα των τραπεζών όταν μετά τα τα  εκαντοντάδες δισεκατομμύρια που χαρίστηκαν απλόχερα για την "ανάκαμψή τους" (εν καιρώ κρίσης, και ενώ όλοι υποτίθεται έπρεπε να κάνουμε θυσίες για να πληρωθεί το χρέος) - τώρα δίνονται "στο σφυρί" να πωλούνται πλειοψηφικά κομμάτια μετοχών σε ιδιώτες για ψίχουλα;

Είναι γνωστό ότι σε κάθε στάδιο προσπάθειας "επιβίωσης" του καπιταλισμού, μέσω της εξέλιξής του (όπως πχ το στάδιο του νεοφιλελευθερισμού), η "γλώσσα", οι "αξίες" που εξυμνούνται προσαρμόζονται ανάλογα: έτσι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, βομβαρδιζόμαστε με φράσεις όπως οι αναγκαίες θυσίες που πρέπει όλοι να κάνουμε προκειμένου να ξεπεράσουμε την κοινή εθνική μας κρίση, η ανάπτυξη που έρχεται, το πρωτογενές πλεόνασμα, και τελευταία η έξοδος στις αγορές.

Κάθε "εμπλουτισμός της γλώσσας" και καινούρια φιλοσοφία που δημιουργείται καταρρέει πολύ πιο γρήγορα από την προηγούμενη. Έτσι κανείς αναρωτιέται πώς γίνεται να κάνουμε όλοι θυσίες ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις απολαμβάνουν ελαφρύνσεις όπως οι φοροαπαλλαγές των εφοπλιστών, η μείωση στις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων, γιατί "βγαίνουμε στις αγορές" (δηλ. αποκτούμε πάλι τη δυνατότητα δανεισμού από ιδιώτες) ενώ έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, πώς γίνεται ακόμη - ακόμη να "τελειώνουν τα μνημόνια", ή να "αποπληρωθεί το χρέος" τη στιγμή που ακόμη δανειζόμαστε (και το χρέος συνεχώς αυξάνεται) ή ακόμη και πως γίνεται να υπάρχει η δυνατότητα ανάπτυξης τη στιγμή που οι "αγοραστές" των υπηρεσιών και των αγαθών συνεχώς φτωχοποιούνται.

Τελικά, όλη η "κυρίαρχη προπαγάνδα" καταλήγει να υμνεί και να αναφέρεται σε  έννοιες όπως αγορές και ανάπτυξη, οι οποίες αφενός δεν έχουν πια νόημα για τον κόσμο, αφετέρου δεν έχουν πραγματική υπόσταση. Και στην προσπάθεια να ξεπεραστεί η κρίση του "ιδεολογικού εποικοδομήματος του καπιταλισμού", στην πραγματικότητα εντείνεται.

Συνοψίζοντας, οι αντιφάσεις του καπιταλισμού αναδεικνύονται και συγκρούονται βίαια. Ο καπιταλισμός ουσιαστικά αναγκάζεται να καταστρέψει τον ίδιο τον εαυτό του προκειμένου να επιβιώσει. Ένα οξύμωρο σχήμα το οποίο αφενός επιβεβαιώνει τον Μαρξ και αφετέρου οδηγεί σε παράδοξες εικόνες όπως ΜΑΤ να πετάνε δακρυγόνα αδιακρίτως στην Ερμού την Κυριακή, για να διώξουν τους υπαλλήλους οι οποίοι απεργούν,καθώς εμποδίζουν τον κόσμο να αγοράσει και να φέρει την -πλήρως εξαρτημένη από το άνοιγμα των μαγαζιών τις Κυριακές- ανάπτυξη.

Είναι πολύ κλισέ και χιλιοειπωμένο να μιλήσει κανείς "για το τέλος" του καπιταλισμού. Το σίγουρο είναι όμως η ολοένα και εντονότερη παρακμή του, η οποία αποκαλύπτεται εντονότατα στην Ελλάδα αλλά καθώς και ο "διεθνής της χαρακτήρας" που φαίνεται όταν σε χώρες όπως η Αμερική μιλάνε για την "ελπίδα της νέας φιλοευρωπαϊκής" πολιτικής δύναμης που ακούει στο όνομα "Ποτάμι".

Τελειώνοντας, μια άλλη πλευρά όλων των παραπάνω είναι ότι αποκαλύπτεται και η "ταξικότητα" του καπιταλισμού. Αυτό οδηγεί στην ραγδαία ανάπτυξη της συνείδησης των εργαζομένων αλλά και όλων των στρωμάτων που προλεταριοποιούνται. Τους οδηγεί να "συνειδητοποιούν" δηλαδή, τους εχθρούς, το ρόλο τους, να επανασυσπειρώνονται σε σωματεία και να ακολουθούν μορφές πάλης οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά της σύγκρουσης της αντίθεσης που, πια, γίνεται ξεκάθαρη: κεφαλαίου και εργασίας. Σε αυτά τα πλαίσια αναδεικνύονται οι τεράστιες δυνατότητες της ανατροπής αυτού του σάπιου συστήματος. Δυνατότητες φυσικά που έχουν άμεση σχέση με τον ρόλο και τη σχέση της αριστεράς αλλά και το προσεκτικό ξανακοίταγμα "των κλασσικών του μαρξισμού", οι οποίοι, όπως ειπώθηκε ήδη, συνεχώς  επιβεβαιώνονται.

Friday, March 14, 2014

Για τις καθαρίστριες


Στην φωτογραφία: Εργάτριες στις ΗΠΑ το 1857.
 Εργάτριες στην Πετρούπολη το 1917.
Εργάτριες στην Ελλάδα το 2014.

Eίναι σύζυγοι. Είναι μητέρες. Είναι γυναίκες. Είναι εργαζόμενες.

Είναι αυτές που πήραν τη σφουγγαρίστρα με την οποία καθαρίζουν τα δάπεδα των υπουργείων της βρωμιάς και της διαφθοράς, την σήκωσαν ανάποδα, και την μετέτρεψαν σε σύμβολο αγώνα. Όπως είχαν κάνει κάποτε κάποιοι, με το σφυρί των βιομηχανιών, και το δρεπάνι των αγρών.

Ο αγώνας των απολυμένων καθαριστριών όλη αυτή την περίοδο επικαιροποίησε όσο καλύτερα γινόταν το νόημα της 8ης Μαρτίου. Το μήνυμα της δύναμης του αγώνα των καταπιεσμένων γυναικών. Το μήνυμα του αγώνα όλων των καταπιεσμένων.

Οι καθαρίστριες, συσσωρεύοντας την εμπειρία των κινημάτων των τελευταίων χρόνων,  απέδειξαν, σε μια περίοδο που η αριστερά στέκεται μαγκωμένη, ότι καμιά φορά δεν χρειάζονται πολύπλοκα οικονομικά προγράμματα, σωστές (και αρκούντως) αγωνιστικές εκφράσεις, υψηλή πολιτική για να προσεγγίσεις τον κόσμο. Ότι καμιά φορά, ή και πάντα, τα πράγματα είναι απλά. Τόσο απλά όσο το "έξω οι υπουργοί από τα υπουργεία, οι καθαρίστριές στην εξουσία".

Έδειξαν ότι "η αριστερά του 21ου αιώνα" όπως πολλοί λένε, δεν έχει νόημα ύπαρξης. Πολύ απλά γιατί εκείνη "του 20ου" ποτέ δεν ξεπεράστηκε. Πολύ απλά, γιατί τώρα, τόσα χρόνια μετά, η κατάσταση παραμένει ίδια και απαράλλακτη: "τάξη εναντίον τάξης".

Στον καιρό της απανεμιάς και της γκρίνιας για αυτή, οι καθαρίστριες κουνάνε με δύναμη τις σφουγγαρίστρες τους, φωνάζουν συνθήματα, "απολύουν" με θράσος τους υπουργούς, συγκρούονται με τα ΜΑΤ. Και όλα αυτά με χαμόγελο. Με περηφάνια. Γιατί ξέρουν ότι είναι εργάτριες. Και ξέρουν ότι, στο κάτω κάτω, είναι αυτές που θα αλλάξουν τον κόσμο.

Τις ευχαριστούμε για την υπενθύμιση. Κάποιοι και κάποιες, σίγουρα τη χρειάζονταν.