Saturday, October 24, 2015

Which side are you on?


Με τους από πάνω ή με τους από κάτω;

Μια ερώτηση που έκανε η Florence Reece από το 1931: "Σε ποια πλευρά είσαι;"

Μια ερώτηση πιο επίκαιρη από ποτέ και ταυτόχρονα πάντοτε διαχρονική, επίμονη και κόντρα στο ρεύμα της εποχής που προσπαθεί να μας παρασύρει, είτε από τα δεξιά λέγοντάς μας ότι "όλοι, εκμεταλλευόμενοι και εκμεταλλευτές, έχουμε τα ίδια συμφέροντα", είτε από πρώην αριστερά και νυν μνημονιακά λέγοντας μας ότι "είναι αναγκαστικό να πατάμε σε δυο βάρκες".

Μια ερώτηση βασική για τον καθορισμό της πολιτικής γενικώς και του μέχρι πρότεινος ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και της  υπόλοιπης αριστεράς) ειδικώς.

Γιατί στην πολιτική, τουλάχιστον οι "μυημένοι", δεν μπορούμε να μιλάμε για προδοσίες. Και αν για την πλειοψηφία του ανένταχτου κόσμου, το 3ο μνημόνιο ήταν προδοσία, δεν μπορούν να λένε το ίδιο και οι (εξ' αριστερών) ενταγμένοι.

Το 3ο μνημόνιο δεν ήταν τίποτα άλλο από  την απαντηση του προεδρικοπρωθυπουργικού κέντρου στην ερώτηση της Florence Reece.

Ήδη πολύ πριν κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές, εντός του κόμματος ακουγόταν, ενάντια στην κριτική που εκφερόταν για τις επισκέψεις του Τσίπρα στο ΣΕΒ, στον Ομπάμα κ.α., ότι "αναγκαστικά πρέπει να μιλάς και με τους επιχειρηματίες αν είναι να γίνεις κυβέρνηση" ενώ παράλληλα η "κριτική δεν έχει νόημα γιατί είμαστε αριστεροί και οι αριστεροί θέλουν το καλό του κόσμου" .

Έτσι, η έννοια της αριστεράς παρουσιαζόταν ως μια μεταφυσική "καλή ηθική" απέναντι στα πράγματα, η οποία ήταν αυταπόδεικτη: "η αριστερά είναι καλή και άρα εμείς είμαστε καλοί ως αριστεροί".

Η άποψη αυτή διαπερνούσε μεγάλα κομμάτια (διαφορετικών αφετηριών) των εναπομείναντων αλλά και αποχωρήσαντων του ΣΥΡΙΖΑ και έφτανε στο σημείο να αγνοεί τους κώδωνες του κινδύνου που έκρουαν άλλα ρεύματα εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Μια αυτονααφορική σχεδόν τοποθέτηση αρκούσε ώστε να αποφευχθούν τα χειρότερα, έφτανε ώστε οι ομιλίες του Τσίπρα με τον ΣΕΒ να είναι ακίνδυνες και απλώς τυπικές μιας και ο Τσίπρας ήταν αριστερός.

Αν ζούσε ο γερο - Μαρξ θα έπιανε με απογοήτευση το μέτωπό του, με τη βεβαιότητα των πρώην και νυν συντρόφων.

Η βασική αρχή της πολιτικής και του μαρξισμού, δηλ. η οικοδόμησή της με βάση τα υλικά συμφέροντα και την υπεράσπισή τους, είχε ξεχαστεί παντελώς (ή τουλάχιστον από την πλειοψηφία τότε του κόμματος).

Όπως ήταν αναμενόμενο, όμως, η προσπάθεια για ισορροπία σε δυο βάρκες απέτυχε παταγωδώς: η βίαιη σύγκρουση της εργασίας και του κεφαλαίου πέταξε τον ισορροπιστή Τσίπρα σε μία βάρκα: στο πολυτελές γιωτ.

Είναι φανερό ότι ειδικά σε περίοδο οικονομικής κρίσης δεν γίνεται να είναι την ίδια στιγμή ικανοποιημένοι και αυτοί που έχουν και αυτοί που χρωστάνε στις τράπεζες.
Έρχεται λοιπόν η κρίσιμη στιγμή που θα αποφασίσεις, με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις.  Ποιους θα υπερασπιστείς και με ποιους θα έρθεις σε ρήξη. Η απουσία εμπιστοσύνης που είχε και έχει το προεδρικό κομμάτι εντός του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην δύναμη των εργαζομένων το έκανε να επιλέξει τους τραπεζίτες. "Δεν έχουμε τους συσχετισμούς, άρα υποκύπτουμε στους εκβιασμούς, δεν μπορούμε να μην υπογράψουμε μνημόνιο, άρα θα επιλέξουμε το λιγότερο επώδυνο μνημόνιο, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για ισοδύναμα, άρα θα επιλέξουμε επώδυνα μέτρα" και ο πήχης χαμηλώνει συνεχώς.
Οι ψευδαισθήσεις κατέρρευσαν και η πλευρά επιλέχθηκε.
Η πολιτική της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφωνόταν και διαμορφώθηκε βάση των συμφερόντων της μίας πλευράς. Της απέναντι. Και για αυτό και τώρα, βγαίνει ο Κατρούγκαλος και παρουσιάζει τα 300 ευρώ σύνταξη ως μετάλλαξη της χώρας σε Σουηδία.

Καμία έκπληξη για την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν: το προσεκτικό "διάβασμα" των κλασσικών, και το τραγούδι ο τίτλος του οποίου είναι και τίτλος του άρθρου προειδοποιούσε από καιρό.

Και, για να λέμε την αλήθεια, προειδοποιεί ακόμα: η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε νεομνημονιακό μόρφωμα, δεν σημαίνει την χρεοκοπία της πολιτικής της "ισορροπίας σε δυο βάρκες" που είχε ακολουθήσει.

Ήδη έχουν αρχίσει και ακούγονται έντονα φωνές στην Λαϊκή Ενότητα, που λένε ότι η υιοθέτηση ενός εθνικού νομίσματος θα ήταν συμφέρον "για όλους". Ή ότι αντίστοιχα, το πρώτο διάστημα θα ήταν δύσκολο και "όλοι θα έπρεπε να κάνουμε θυσίες". Παρόλη την εξέλιξη δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ, η επιμονή στο να αγνοείται η ύπαρξη των δυο πλήρως αντικρουόμενων συμφερόντων (και άρα η δυναμική και οι εξελίξεις που αναγκαστικά δημιουργεί αυτή η σύγκρουση) είναι σκανδαλώδης. Παρόλη την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, η άποψη περί δυσκολίας της νίκης των δυνάμεων εργασίας, της μη - εμπιστοσύνης ουσιαστικά στη δύναμή τους δηλαδή, οδηγεί πάλι σε συγκαλυμμένες απόψεις "ταξικής συμφιλίωσης" αντί για έμφαση στην επιλογή της πλευράς των εργαζομένων και στην ενίσχυση της δύναμής της (πχ πώς θα γίνει να κάνουν μόνο οι πλούσιοι θυσίες και όχι όλοι).

Τέτοιες αντιλήψεις και πολιτικές που θα "χτίζονται" στην βάση μη  - ξεκάθαρης απάντησης στο ερώτημα που τέθηκε στην αρχή, είναι καταδικασμένες να αποτυγχάνουν.
Είναι καταδικασμένες, στο τέλος να γέρνουν προς την πλευρά των καταπιεστών.

Γιατί, δυστυχώς ή ευτυχώς, η  σύγκρουση κεφαλαίου και εργασίας είναι εδώ όπως άλλωστε ήταν πάντα. Και είναι αναμφισβήτητη πραγματικότητα.

Και η εμπειρία από την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να γίνει αφορμή για να εξαχθούν συγκεκριμένα συμπεράσματα. 

Όπως το ότι η  νίκη των δυνάμεων της εργασίας, φαντάζει δύσκολη, όπως φάνταζε πάντα, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι ή εμείς ή αυτοί. "Τρίτος  δρόμος" δεν υπάρχει...