Monday, March 11, 2013

Η διατήρηση της εμπειρίας και ο ΣΥΡΙΖΑ



Τόσα χρόνια αγώνες, θυσίες και λάθη...

(Στη φωτογραφία ο πρόδρος Χίλτενμπουργκ διορίζει ως καγκελάριο τον Αδόλφο
Χίτλερ σηματοδοτόντας το τέλος της Δημοκρατίας της Βαΐμάρης)
Ένα αδιαμφισβήτητο καθήκον κάθε αριστερής οργάνωσης που φιλοδοξεί ή διατείνεται ότι φιλοδοξεί να οργανώσει τους αγώνες και να οδηγήσει (ή απλώς να μετέχει) στην τελική σύγκρουση και σε αυτό που το σύνολο της αριστεράς και του αναρχικού χώρου ονομάζει "άλλη κοινωνία" είναι να "διαβάζει" την ιστορία" και να λαμβάνει υπόψη της την εμπειρία που προκύπτει από τους προηγούμενους αγώνες.

Να "διαβάζει" την ιστορία, να διαχωρίζει τα σωστά από τα λάθη, να διακρίνει τα θετικά από τα αρνητικά αποτελέσματα και να διαμορφώνει την τακτική της ανάλογα, ώστε να αποφευχθούν τα μελλοντικά λάθη και τα μελλοντικά αρνητικά αποτελέσματα.

Πηγαίνοντας από το γενικό στο συγκεκριμένο, και μάλιστα στην Ελλάδα του 2013, παρατηρούμε ότι διαμορφώνεται μια ιδιαίτερη κατάσταση, ένα εκρηκτικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από φτώχεια,  βάναυσα οικονομικά μέτρα, γκεμπελική προπαγάνδα από τα ΜΜΕ, βίαιη καταστολή, γενικότερη ακροδεξιά κυβερνητική πολιτική και έντονη δράση των νεοναζί από την μία και γενικές απεργίες, διαδηλώσεις και καταλήψεις από την άλλη. Ένα περιβάλλον, σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του οποίου παίζει από τον Μάιο του 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ, το παγκοσμίως πλέον γνωστό μέτωπο της αριστεράς το οποίο και κατάφερε να σημειώσει το υψηλότερο εκλογικά ποσοστό της αριστεράς στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Και ο καθοριστικός ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ είναι γεγονός, ανεξάρτητα του κατά πόσο κανένας συμφωνεί πολιτικά με το πρόγραμμά του (και κατά πόσο τον "εμπιστεύεται" σαν λύση) : και μόνο οι καθημερινές αναφορές είτε από την αριστερά και τον εργαζόμενο κόσμο, είτε από τη Χρυσή Αυγή και από την κυβέρνηση σε αυτόν αρκούν για να το αποδείξουν.

Σε αυτό το τοπίο, η τακτική μιας αριστερής οργάνωσης κρίνεται κατά ένα μεγάλο μέρος και από την αντιμετώπιση που έχει προς το ΣΥΡΙΖΑ, και άρα και προς το κομμάτι της κοινωνίας που τον ψήφισε. Και δυστυχώς, ένα μεγάλο κομμάτι της αριστεράς φαίνεται να ακολουθεί εντελώς λανθασμένη τακτική στο σήμερα, παρόλη την τεράστια εμπειρία που η αριστερά κουβαλάει πια στις πλάτες της.

Από την μία, διαγράφεται η  τακτική του ΚΚΕ το οποίο μην φαίνοντας να έχει αποκομίσει και πολλά από την εμπειρία της Δημοκρατίας της Βαΐμάρης και την άνοδο του ναζισμού επιμένει σε μία σεχταριστική, απομονωτική πολιτική, ενάντια όχι μόνο στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στο σύνολο των αγωνιζόμενων δυνάμεων που δεν ελέγχονται από αυτό. Ταυτίζοντας πλήρως το ΣΥΡΙΖΑ με το ΠαΣοΚ και λέγοντας ότι το ΣΥΡΙΖΑ απλώς "αντικατέστησε" το ΠαΣοΚ στο παιχνίδι του δικομματισμού, επιμένει να μην αναγνωρίζει την ριζοσπαστικοποίηση και την διάθεση "προς τα αριστερά" που έδειξε ο κόσμος στις τελευταίες εκλογές. Μάλιστα η ανάλυσή του δικαιολογείται με φράσεις όπως "το κίνημα υποχωρεί", "ο κόσμος δεν έχει συνείδηση", "ο κόσμος αναζητάει την εύκολη λύση", "οι εργαζόμενοι δεν οργανώνονται στα συνδικάτα", μάλλον ξεχνώντας τα εκατομμύρια κόσμου που έχουν κατέβει στους δρόμους τα χρόνια του μνημονίου και επιρρίπτοντας τις ευθύνες όχι στην αριστερά, όχι στον εαυτό του, αλλά στην κοινωνία. Έτσι διατείνεται ουσιαστικά ότι "εμείς κάνουμε ό,τι μπορούμε, αλλά ο κόσμος δεν τραβάει" καταργώντας οποιαδήποτε υπόνοια διαλεκτικής υπάρχει στη σχέση των εργαζομένων της "εργατικής τάξης" με το επαναστατικό κόμμα , "την πολιτική πρωτοπορία". Ουσιαστικά, με λίγα λόγια, υποστηρίζει ότι η επανάσταση διαμορφώνεται πλήρως από αντικειμενικές συνθήκες, τις οποίες αδυνατεί να επηρρεάσει, και μάλιστα φτάνει στο σημείο να αμφισβητεί την ύπαρξη τον αντικειμενικών συνθηκών αυτών στο τώρα.

Σε πολιτικό επίπεδο, ακόμη και η κριτική του ΚΚΕ προς το ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζει την παλιά φράση "σοσιαλφασίστες" (με την οποία τα κομμουνιστικά κόμματα και ειδικότερα το KPD συνήθιζαν να αποκαλούν τους σοσιαλδημοκράτες ακριβώς την περίοδο της ανόδου του ναζισμού), ταυτίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ με τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, και έχοντας μία πλήρως απαξιωτική αντιμετώπιση βλ. αφίσα του ΜΑΣ  που αναφερόταν στα ταξίδια του Τσίπρα στην Αμερική και είχε τίτλο "βάρεσε προσοχή στον αμερικάνικο Ιμπεριαλισμό" ) χωρίς να σκέφτεται καν το πως θα κάνει μια πιο ουσιαστική κριτική η οποία ενδεχομένως να προσέφερε "εκλογικό" και "οργανωτικό" κέρδος στο ΚΚΕ (όπως π.χ. ένα "ναι" στην πρόταση "συγκυβέρνησης" με παράλληλη δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ σε συγκεκριμένο πρόγραμμα και "ξεμπρόστασμα" σε ενδεχόμενη "δεξιά στροφή" θα οδηγούσε μεγάλο ποσοστό κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ στο ΚΚΕ) . Ακόμη, φαίνεται να "ξεχνά" πόσο δυνατός είναι ο εχθρός που έχουμε αυτή τη στιγμή απέναντί μας (λέγε με φασίστες και τρικομματική) αγνοώντας την ανάγκη "κοινής αντιμετώπισής του" και ακολουθώντας ακριβώς την τακτική του KPD στη Γερμανία της δεκαετίας του '20 και του '30.

Το ΚΚΕ φαίνεται να αγνοεί τις όποιες ενδείξεις που έρχονται πολλές ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες από την μία υπάρχει εξεγερτική διάθεση (βλ. Ισπανία, Πορτογαλία) και από την άλλη οργανώσεις της αριστεράς διατείνονται ότι  "ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φέρει την ελπίδα στην Ευρώπη" και ότι το ενδεχόμενο ανατρεπτικής κυβέρνησης της αριστεράς  στην Ελλάδα θα προκαλούσε ένα εξεγερτικό κύμα τουλάχιστον στις χώρες του Νότου, το οποίο θα μπορούσε πολύ εύκολα να λάβει ανεξέλεγκτες (με την καλή έννοια) διαστάσεις.

 Γενικότερα, το ΚΚΕ θεωρεί την αριστερά στην υπόλοιπη Ευρώπη "ξεπουλημένη" και ξεχνώντας ότι στην πραγματικότητα ότι αυτά που "ξεπουλήθηκαν" και μάλιστα ισχυρίζεται ότι ένας λόγος που έγινε αυτό ήταν η συμμετοχή της σε συγκυβερνήσεις, μην αναφέροντας ότι  στην πραγματικότητα αυτά που ξεπουλήθηκαν  είναι τα πάλαι ποτέ κραταιά κομμουνιστικά κόμματα (Ιταλίας, Γαλλίας, Ισπανίας) τα οποία "συμβιβάστηκαν" συμπράττοντας με την αστική τάξη και συμμετέχοντας όχι σε κυβερνήσεις της αριστεράς, μα σε αστικές κυβερνήσεις.

Σε προγραμματικό επίπεδο, το ΚΚΕ φαίνεται να μην μπαίνει καν στον κόπο να διαχωρίσει την "κυβέρνηση της αριστεράς" από μία οποιαδήποτε "αστική κυβέρνηση", λέγοντας μάλιστα ότι η "κυβέρνηση της αριστεράς" είναι περιττή προκειμένου να γίνει πραγματικότητα η "άλλη κοινωνία". Έτσι βέβαια ουσιαστικά καταργεί τις  φιλικά προς το ΚΚΕ προσκείμενες κυβερνήσεις όπως αυτές της Κούβας και της Βενεζουέλας (μέχρι πρόσφατα) από τη μία, ενώ παραλείπει να προτείνει ουσιαστικά πώς "θα περάσουμε από την άμυνα στην επίθεση", όπως δήλωσε πρόσφατα στην Ελλάδα και ο Μπεζανσενό (στέλεχος του γαλλικού NPA), από την άλλη.

Στο ίδιο μήκος κύματος, όσον αφορά στη σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κινείται και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Από την αντίθετη μεριά, υπάρχει η τακτική (ή καλύτερα το σχέδιο) πολλών στελεχών της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Τακτική η οποία δεν διαφέρει και τόσο πολύ από αυτή του ΚΚΕ.

Διατηρώντας στο ακέραιο τα λάθη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, πριν και κατά τη διάρκεια της οποίας το SPD προτίμησε την εγκαθίδρυση μιας "παραπαίουσας" δημοκρατίας και τη συμφιλίωση των τάξεων από την συνέχιση του αγώνα μέχρι την τελική ανατροπή, η ομάδα γύρω από τον Τσίπρα φαίνεται να προσπαθεί να χαράξει μία "κεντριστική ρότα".

Έχοντας και αυτή με τη σειρά της μία "σεχταριστική πολιτική" ενάντια στο ΚΚΕ, με την λογική ότι  "αφού δεν μας θέλουν μιά φορά, δεν τους θέλουμε δυό φορές", αφήνει πλήρως πίσω της την λογική του καλέσματος στις υπόλοιπες δυνάμεις της αριστεράς καθώς και την πολιτική που θα προέκυπτε από αυτή.

Η "ομάδα γύρω από τον Τσίπρα" φτάνει στο σημείο να αγνοήσει πλήρως την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η κοινωνία. Θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος να αυξήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τα εκλογικά του ποσοστά είναι το να κερδίσει μέρος του "κέντρου", μέσω της συμμετοχής σε εκδηλώσεις όπως αυτή στο ίδρυμα Καραμανλή ή όπως αυτή για την "έξοδο από την κρίση" με τον Αρσένη και την Λ. Κατσέλη, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τι γνώμη θα έχει, για αυτές τις εκδηλώσεις, το 40% των εργαζομένων και των ανέργων που ψήφισαν το ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Τσίπρας φτάνει στο σημείο να χαρακτηρίζει τον Καραμανλή "ριζοσπάστη μέσα στον συντηρητισμό του" χρεώνοντάς του την "εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών" και την "νομιμοποίηση του ΚΚΕ", ξεχνώντας μάλλον τον αγώνα που είχε δοθεί στη χούντα για να κερδηθούν όλα αυτά, ξεχνώντας την άγρια καταστολή τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης που συνοδεύτηκε από το δίλημμα "Καραμανλής ή τανκς". Θεωρεί μάλιστα ότι ο Καραμανλής χάραξε διαφορετική πορεία από το Σαμαρά, ξεχνώντας για παράδειγμα ότι η νεοφιλεύθερη εκπαιδευτική αναδιάρθρωση δεν είναι ιδέα του Σαμαρά, αλλά είχε ξαναπροταθεί το μακρινό 1978 με τον περίφημο νόμο 815 του Καραμανλή.

Η τακτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, είναι λανθασμένη ακόμη και προς τον ίδιο τον "ΣΥΡΙΖΑ", ακόμη και προς τον κόσμο που ψήφισε το ΣΥΡΙΖΑ.  Η "ομάδα του Τσίπρα" θεωρεί ότι "ο κόσμος δεν κινείται" και ότι ο μόνος (και ικανοποιητικός) τρόπος  αντίδρασης στα μνημόνια και στην κυβερνητική πολιτική είναι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Προσπαθεί να αυξήσει τα εκλογικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας το 27% δεδομένο, την ίδια στιγμή που ουσιαστικά αγνοεί πλήρως τις τεράστιες συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες που έλαβαν χώρα  σε όλη την Ελλάδα  μόνο την τελευταία εβδομάδα (Αγανακτισμένοι στο Σύνταγμα, πορεία για τις Σκουριές στη Θεσσαλονίκη, πορείες ενάντια στο σχέδιο Αθηνά σε όλη την Ελλάδα).

Η "ηγεσία" αποφεύγει να δει ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει πολύς κόσμος που απογοητεύεται από την πολιτική που εξέφρασε ο Τσίπρας στο ταξίδι του στην Αμερική, στην σχετικά πρόσφατη συνέντευξη με την Στάη και στο ίδρυμα Καραμανλή. Αποφεύγει να λάβει υπόψη της ότι  την ίδια στιγμή που η κυβερνητική επίθεση οξύνεται, ο κόσμος αγανακτεί. Ότι, για παράδειγμα, οι κάτοικοι στις Σκουριές συγκρούονται καθημερινά με τα ΜΑΤ. Ότι ο κόσμος γενικά ψάχνει απεγνωσμένα μια ελπίδα, μια απάντηση στο τώρα. Δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη της ότι ο κόσμος αγωνίζεται και χρειάζεται οργάνωση και συντονισμό του αγώνα του, ενώ δεν μπορεί να αρκεστεί σε μία ασαφή κοινοβουλευτική απάντηση του τύπου "όταν βγούμε κυβέρνηση θα αλλάξουν όλα".

Πολλά από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν σκέφτονται ότι η απώλεια της ριζοσπαστικής πολιτικής θα έχει ως αντίκτυπο όχι την αύξηση αλλά την μείωση των εκλογικών ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, αφού ένα μεγάλο μέρος  του 40% των εργαζομένων και των ανέργων που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ  θα απογοητευτεί από τα "στρογγυλέματα".

Πολλά από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν καταλαβαίνουν ότι αυτή τη στιγμή το μεγάλο ζήτημα που προκύπτει δεν είναι πόσους καραμανλικούς θα κερδίσει ο Τσίπρας με την ομιλία του, αλλά πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να οργανώσει τα σωματεία, όπως ρωτήθηκε στη Διεθνή Συνάντηση της Αριστεράς που οργάνωσε το rproject.gr.

Η πραγματικότητα της Ελλάδας του 2013 αλλά και στην Ευρώπη του 2013 είναι τόσο σκληρή όσο και ελπιδοφόρα. Η οικονομική επίθεση σε συνδυασμό με την καταστολή και την τρομοκρατία οξύνονται καθημερινά. Η κυβέρνηση δείχνει ότι είναι αδίστακτη και ότι δεν έχει καμία διάθεση "διαπραγμάτευσης". Παράλληλα ο κόσμος αγανακτεί και βγαίνει στο δρόμο και μάχεται καθημερινά, είτε στην Αθήνα, είτε στη Θεσσαλονίκη, είτε στις Σκουριές.

 Αυτό που είναι αναγκαίο σήμερα, η τακτική που προκύπτει από την εμπειρία των περασμένων χρόνων, είναι μια αριστερά που να έχει μαζική απεύθυνση, ενωτική διάθεση, σχέδιο "επίθεσης" και όχι μόνο "άμυνας". Μια αριστερά που να συντονίζει και να οργανώνει τους διάσπαρτους αγώνες αναδεικνύοντάς τους σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα (και αντίστροφα οργανώνοντας τοπικούς αγώνες με αφορμή τα κεντρικά πολιτική ζητήματα).  Μια αριστερά που θα καταφέρει να μεταμορφώση την παραπάνω δυναμική σε δύναμη της σύγκρουσης, δύναμης που θα οδηγήσει στην τελική ανατροπή και στη μετάβαση στην "άλλη κοινωνία".

Όσον αφορά στο πώς πρέπει να διαμορφωθεί η σχέση της αριστεράς αυτής με το ΣΥΡΙΖΑ την απάντηση τη δίνει ένα ακόμη ιστορικό παράδειγμα:
δυστυχώς ή ευτυχώς αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την μεγαλύτερη ελπίδα στην Ελλάδα (αλλά και στην Ευρώπη) του 2013. Και δυστυχώς ή ευτυχώς, 22 χρόνια πιο πριν, η κατάρρευση της  τότε "ελπίδας" (των καθεστώτων του "υπαρκτού σοσιαλισμού") παρά τις όποιες κάθετες διαφωνίες κομματιών της αριστεράς με τα καθεστώτα εκείνα, οδήγησε το σύνολο του κόσμο στην απογοήτευση και όχι στη ριζοσπαστικοποίηση του αγώνα.