Sunday, December 25, 2011

Οργή, Αγανάκτηση & Βο(υ)λή

Άνθρωποι που κάθονται όρθιοι στο  δρόμο,   γιατί τους κάψαν τους καναπέδες τους (;)


Εδώ και αρκετό καιρό (μήνες), παρατηρείται ένα απίστευτο φαινόμενο για την ελληνική κοινωνία, που είχαμε πολύ καιρό να το δούμε: χιλιάδες κόσμος κατεβαίνει στους δρόμους.

Χιλιάδες κόσμος κατεβαίνει στους δρόμους και διαμαρτύρεται, φωνάζει,απεργεί, κάνει καταλήψεις, κατηγορεί κυβερνήσεις (στην καλύτερη Ε.Ε και Δ.Ν.Τ, στα ντουζένια του χτυπάει μέχρι και καπιταλισμό), χτυπιέται από Μ.Α.Τ, μουτζώνει τη Βουλή, γιαουρτώνει βουλευτές, γρονθοκοπάει βουλευτές, βγάζει κρεμάλες για βουλευτές, θέλει ( ; ) να μπει στη Βουλή και γενικά διψάει για αίμα.

"Ποιός είναι όλος αυτός ο κόσμος και γιατί δυσανασχετεί; Αν του τέλειωσε το ψωμί, ας φάει παντεσπάνι" θα έλεγε η κ. Βιβή από το Κολωνάκι.

Η απάντηση της κυβέρνησης στην κ. Βιβή είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Άνθρωποι οι οποίοι δεν γνωρίζουν το συμφέρον της χώρας, εξτρεμιστικά στοιχεία, αχάριστοι, Σιωνιστές και προβοκάτορες υποκινούμενοι από την αριστερά που το μόνο που ξέρει είναι να αντιδράει (έτσι, από συνήθεια) και δεν έχει ουσιαστική απάντηση στα προβλήματα του σήμερα.

Η απάντηση βέβαια της κυβέρνησης στα προβλήματα του σήμερα, είναι αύξηση των φόρων, περικοπή μισθών και συντάξεων, κατάργηση συμβάσεων, κατάργηση ασύλου και πάσης φύσεως κατάργηση και καταπάτηση βασικού ανθρωπίνου δικαιώματος.

Το θέμα δεν είναι η απάντηση της κυβέρνησης στην κ. Βιβή στα προβλήματα του σήμερα αλλά η απάντηση του υπόλοιπου κόσμου για τα προβλήματα στα σήμερα. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι αυτή η απάντηση δεν είναι ακόμη προκαθορισμένη, αλλά είναι θολή και συγκεχυμένη, το σίγουρο όμως είναι ότι περνάει από τον δρόμο. Αυτό το γεγονός τα χιλιάδες άτομα που κατεβαίνουν σε πορείες, που ενισχύουν τις καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, και που διαμαρτύρονται γενικώς με λόγια και με πράξεις,

Τον ρόλο όμως της κυβέρνησης, την υπευθυνότητα της απάντησης σην κ. Βιβή, τρέχει να καλύψει ένας άλλος, όχι και τόσο "πονηρός" παράγοντας: ένα μέρος του κόσμου. Ένα μέρος του κόσμου που δεν κατεβαίνει στους δρόμους που δεν κατεβαίνει στους δρόμους, που δεν διαμαρτύρεται με λόγια και με πράξεις, ένα μέρος του κόσμου, που δεν έχει δόλιους σκοπούς, που δεν ασκεί στοχευμένη προπαγάνδα όπως η κυβέρνηση, ένα μέρος του κόσμου που δεν διαφέρει σε τίποτα από σας και μάς. Μέρος του κόσμου αυτού μπορεί βέβαια κάλιστα και να κατεβαίνει στους δρόμους, και να διαμαρτύρεται, αισθανόμενο όμως μια ποιοτική διαφορά από το υπόλοιπο μέρος του κόσμου.

Η ποιοτική διαφορά αυτή είναι διττή: από τη μία είναι η υπαρκτή, που μπορεί να ειδωθεί κάλλιστα από τρίτους και από την άλλη είναι εκείνη που το μέρος του κόσμου αυτό θεωρεί ότι έχει. Το δεύτερο σκέλος της διαφοράς είναι η  έλλειψη ευθύνης για το τί συμβαίνει: η σιγουριά ότι εκείνοι δεν φέρουν καμία ευθύνη για την κατάσταση της χώρας, για το πού φτάσαμε, για το τί πληρώνουμε και λοιπά και λοιπά. Σίγουρα αυτό είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό πολλών ατόμων: από αριστερούς, επαναστάτες και μη, μέχρι την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Γιατί, στην πραγματικότητα σχεδόν κανείς από τον ελληνικό λαό, ή για να το θέσω καλύτερα, σχεδόν κανείς από τον εργαζόμενο ελληνικό λαό δεν φταίει για τίποτα.

Αυτό είναι κάτι που φαίνεται να μην κατανοεί το μέρος εκείνο του κόσμου που περιγράφω, αυτό που θεωρεί ότι διαφέρει από τον υπόλοιπο κόσμο. Γιατί πέρα από την διαφορά που θεωρεί ότι έχει, θεωρεί ότι η πλειοψηφία του υπόλοιπου διαμαρτυρόμενου κόσμου ευθύνεται πέρα για πέρα για την κατάσταση. Ευθύνεται για το γεγονός ότι η Ελλάδα χρωστάει, ευθύνεται για το γεγονός ότι ψήφιζε Πα.Σο.Κ και Ν.Δ. επί χρόνια, την κατηγορεί για το γεγονός ότι στην πραγματικότητα, ο στόχος που κατεβαίνει στον δρόμο δεν είναι η αλλαγή της κοινωνίας, αλλά η επιστροφή σε μια πρότερη κατάσταση, μια κατάσταση προ κρίσης.

Σε αυτά τα πλαίσια το μέρος του κόσμου αυτό που κατηγορεί και αποδίδει ευθύνες σε διαμαρτυρόμενους, νύπτοντας παράλληλα τας χείρας του, θεωρεί ότι δεν υπάρχει ελπίδα για αλλαγή, καθώς η πλειοψηφία του κόσμου δεν έχει συνειδητοποιήσει την κατάσταση, ή είναι βολεμένη και δεν πρόκειται να τη συνειδητοποιήσει ποτέ. Θεωρεί ότι η πλειοψηφία του κόσμου θέλει παραπάνω χρήματα και γενικά την άνεση που είχε. Θεωρεί ότι οι λόγοι για τους οποίος ο κόσμος βγαίνει στο δρόμο είναι καθαρά οικονομικοί, ή ίσως ακόμη χειρότερα, ότι είναι αυτή η απώλεια της βολής που ωθεί τον κόσμο στο να διαμαρτύρεται.

Οι παραπάνω σκέψεις, οι σκέψεις του κομματιού του κόσμου που μόλις περιέγραψα μπορούν να χαρακτηριστούν το λιγότερο ως άστοχες.

Και αυτό γιατί όντως η πλειοψηφία του κόσμου που κατεβαίνει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί θέλει παραπάνω χρήματα και την άνεση που είχε.

Θέλει άνεση και παραπάνω χρήματα, τα οποία είναι αναγκαία και απαραίτητα για την καλή διαβίωσή του. Και κάπου εκεί πρέπει να αναρωτηθούμε: γιατί αυτό είναι μεμπτό;

Γιατί είναι μεμπτό, κάποιος να θέλει να ζει με άνεση; Γιατί είναι μεμπτό κάποιος να θέλει να μπορεί να πληρώσει φροντιστήρια, να μπορεί να έχει σπίτια και αυτοκίνητα, γιατί είναι μεμπτό κάποιος να μπορεί να αγοράζει ρούχα, γιατί είναι μεμπτό κάποιος να μπορεί να πληρώσει τυχόν γιατρούς ή νοσοκομεία, χωρίς έπειτα αυτά τα χρήματα να του λείψουν;

Στο πλαίσιο του συστήματος που ζούμε μάλιστα, τα παραπάνω χρήματα και οι καταθέσεις, είναι πέρααπό κάτι το οποίο επιτάσσει το σύστημα το ίδιο ιδεολογικά, κάτι το απαραίτητο.

Είναι τέτοια η αβεβαιότητα που σου δημιουργεί η κοινωνία, τέτοιες οι ανασφάλειες που έχεις όταν ζεις σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, με μη διασφαλισμένη δωρεάν παιδεία, μη διασφαλισμένη δωρεάν υγεία, μη διασφαλισμένη θέση εργασίας, που η επιθυμία για συσσώρευση όσο δυνατόν περισσότερου αποθεματικού, είναι πλήρως δικαιολογημένη.

Και ερχόμαστε σε μια κατάσταση, στην Ελλάδα του 2011 που οι συνθήκες, συνθήκες δημιουργημένες από πλήρως καθοδηγούμενες πρακτικές πολιτικών, αυτή η επιθυμία όχι μόνο κόβεται μαχαίρι, αλλά και τα οποιαδήποτε χρήματα, η οποιαδήποτε άνεση του κόσμου χάνεται αστραπιαία.

Ερχόμαστε σε μια Ελλάδα του 2011 η οποία γνωρίζει το φαινόμενο της εξάλειψης των μεσαίων στρωμάτων: Μία Ελλάδα που θα γνωρίσει σύντομα αποκλειστικά δύο στρώματα: τους πλούσιους και τους φτωχούς.

Γιατί ο κόσμος δεν διαμαρτύρεται απλώς επειδή χάνει κάποια παραπάνω χρήματα και άνεση, διαμαρτύρεται γιατί τα μέτρα που λαμβάνονται είναι τέτοια, ώστε χάνει αναγνωρισμένα δικαιώματα.
Διαμαρτύρεται γιατί οι μειώσεις είναι τέτοιες που πλέον δεν τίθεται ζήτημα απώλειας της βολής, τίθεται πιο ξεκάθαρα από ποτέ, θέμα επιβίωσης.

Όταν οι μισθοί και οι συντάξεις περικόπτονται στο μισό, όταν οι προσλήψεις σταματούν, όταν συναντάμε το φαινόμενο της απόλυσης στο δημόσιο, ήταν η φορολογία γίνεται ακόμη πιο βάρβαρη, ακόμη πιο άγρια προφανώς και είναι τουλάχιστον άστοχο να κάνουμε λόγο για "κόσμο που έχασε την βολή του και τρέχει να φωνάξει". Πρέπει να κάνουμε λόγο για "κόσμο που ενώ τα έβγαζε πέρα άνετα, τώρα φοβάται για την επόμενη μέρα".

Και αυτός ο φόβος είναι πέρα για πέρα, ρεαλιστικός: και είναι εκείνος ο φόβος που οδηγεί τον κόσμο στο δρόμο, είναι εκείνος ο φόβος, που τον κάνει να διαμαρτύρεται, να εκτοξεύει ύβρεις και γιαούρτια, ενάντια σε βουλευτές.

Υπάρχει βέβαια και ένα άλλο επιχείρημα των κατηγορούντων, ενάντια στους "βολεμένους αγανακτισμένους": ότι εκείνοι απλώς θέλουν να γυρίσουν πίσω στην πρότερη κατάσταση και μετά θα ηρεμίσουν, όταν δεν έχουν ιδεολογία και ότι δεν γνωρίζουν ποιός είναι ο πραγματικός ιθύνοντας της κατάστασης για την οποία βρίσκονται.

Αρχικά έχω να πω, ότι δεν τους κακολογώ για αυτό: όταν βιώνεις τέτοιες δραστικές αλλαγές στη ζωή σου, σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα: είναι φυσιολογικό να θες να γυρίσεις πίσω.

Από 'κει και πέρα, κανείς δεν γεννήθηκε ιδεολόγος και επαναστάτης: η συνείδηση είναι κάτι που γεννιέται μέσα από την ανάγκη.

Το θέμα όμως εδώ είναι ακριβώς "η επιστροφή στην πρότερη κατάσταση":
Αυτό είναι μια επιθυμία που είναι αδύνατο να εκπληρωθεί, λόγω της φύσης της κατάστασης. Η απώλεια των χρημάτων και της άνεσης δεν συμβαίνει επειδή ο Παπανδρέου ήταν κακός άνθρωπος - ούτε επειδή οι καπιταλιστές είναι κακοί άνθρωποι (που είναι). Συμβαίνει επειδή αυτή  τη στιγμή, όλο το οικονομικό σύστημα βιώνει κρίση. Μια κρίση που οι καπιταλιστές, επειδή ακριβώς είναι κακοί άνθρωποι, προσπαθούν απεγνωσμένα να μας κάνουν να πληρώσουμε. Στα πλαίσια αυτά, δεν υπάρχει χώρος και χρόνος για παραχωρήσεις (από την μεριά τους). Δεν υπάρχει η προοπτική της "επιστροφής στην πρότερη κατάσταση", τόσο αναίμακτα.

Αυτό πρέπει να καταλάβουμε εμείς, όσο και οι άνθρωποι που κατεβαίνουν στο δρόμο και διαμαρτύρονται επειδή χάνουν τα χρήματά τους και την άνεσή τους.

Και δεν πρέπει να τους κατηγορούμε για αυτό, αλλά πρέπει να τους αγκαλιάσουμε και να ανοίξουμε τη συζήτηση μαζί τους. Γιατί τους χρειαζόμαστε, και αυτοί χρειάζονται εμάς. Γιατί είμαστε ένα.